Το τρομερό δίδυμο των βετεράνων ντεντέκτιβ Μάικ Λάουρι και Μάρκους Μπάρνετ ερευνούν περί διαφθοράς εντός του αστυνομικού τμήματος του Μαϊάμι, όταν ο εκλιπών αρχιφύλακας Κόνραντ Χάουαρντ κατηγορείται για εμπλοκή σε καρτέλ ναρκωτικών. Χωρίς όμως να το καταλάβουν βρίσκονται στην αντίθετη πλευρά του νόμου, και ως φυγάδες πλέον βρίσκονται να παλεύουν για την ίδια τους τη ζωή, αφού δεν είναι μόνο ο νόμος που τους κυνηγάει, αλλά ολόκληρη η σκοτεινή πλευρά της πόλης.
Σκηνοθεσία:
Adil El Arbi
Bilall Fallah
Κύριοι Ρόλοι:
Will Smith … ντετέκτιβ Michael Eugene ‘Mike’ Lowrey
Martin Lawrence … ντετέκτιβ Marcus Miles Burnett
Vanessa Hudgens … Kelly
Alexander Ludwig … Dorn
Paola Nunez … αστυνόμος Rita Secada
Eric Dane … James McGrath
Ioan Gruffudd … Lockwood
Jacob Scipio … Armando Aretas
Melanie Liburd … Christine
Tasha Smith … Theresa Burnett
Tiffany Haddish … Tabitha
Joe Pantoliano … αστυνόμος Conrad Howard
Rhea Seehorn … Judy Howard
John Salley … Fletcher
DJ Khaled … Manny
Jenna Kanell … Nicole
Derek Russo … Lintz
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Chris Bremner, Will Beall
Παραγωγή: Doug Belgrad, Jerry Bruckheimer, Chad Oman, Will Smith
Μουσική: Lorne Balfe
Φωτογραφία: Robrecht Heyvaert
Μοντάζ: Asaf Eisenberg, Dan Lebental
Σκηνικά: Jon Billington
Κοστούμια: Janie Bryant
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Bad Boys: Ride or Die
- Ελληνικός Τίτλος: Bad Boys: Ride or Die
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Τα Κακά Παιδιά (1995)
- Τα Κακά Παιδιά ΙΙ (2003)
- Bad Boys for Life (2020)
Σεναριακή Πηγή
- Στόρι (χαρακτήρες): Τα Κακά Παιδιά του George Gallo.
Παραλειπόμενα
- Μετά την υψηλότατη εισπρακτική πορεία του Bad Boys for Life (2020), η Sony ανακοίνωσε πως σχεδίαζε ένα τέταρτο μέρος, αναθέτοντας το σενάριο πάλι στον Chris Bremner. Το σχέδιο όμως μπήκε σε στάδιο αναμονής, μετά το χαστούκι του Will Smith στα Όσκαρ του 2022. Δεν πέρασε ένας μήνας, και το αφεντικό της Sony, ο Tom Rothman, επιβεβαίωσε ότι το σίκουελ δεν αναβλήθηκε.
- Η Tasha Smith αντικαθιστά την Theresa Randle στον ρόλο της Τερέσα Μπάρνετ, κι ενώ η Randle τον είχε και στα τρία προηγούμενα μέρη.
- Σε ένα από τα προωθητικά βίντεο έχει μια σύντομη εμφάνιση ο Lionel Messi. Το αληθινό γεγονός εδώ ήταν ότι ο αργεντινός σταρ του ποδοσφαίρου μιλάει αγγλικά και όχι ισπανικά. Στο ίδιο βίντεο εμφανίζεται και ο Jimmy Butler των Miami Heat.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Black Eyed Peas, El Alfa και Becky G συμμαχούν για το σινγκλ της ταινίας, το Tonight.
Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος
Έκδοση Κειμένου: 6/6/2024
Το ζήτημα με ταινίες όπως τα “Κακά Παιδιά”, που εξακολουθούν να αποκτούν σίκουελ 30 χρόνια μετά την κυκλοφορία τους, είναι πως εγείρουν το ερώτημα σε ποιους απευθύνονται τα σίκουελ αυτά. Γιατί αφενός έχουμε τον θεατή που περιμένει να δει κάτι εφάμιλλο σε ύφος των προηγούμενων ταινιών και αφετέρου αυτόν που σε αναζήτηση μιας περιπέτειας δράσης θα βρεθεί τυχαία σε ένα πολυκαιρισμένο μυθοπλαστικό σύμπαν με αρκετό παρελθόν πίσω του. Και στις δύο περιπτώσεις είναι αφελές να θεωρούμε ότι όλοι οι χαρακτήρες παραμένουν αναλλοίωτοι και στην ίδια ακριβώς επαγγελματική τους θέση τρεις δεκαετίες μετά, απλώς και μόνο για να ικανοποιηθεί το αίσθημα της νοσταλγίας, εντούτοις αυτό ακριβώς συμβαίνει στο “Bad Boys: Ride or Die”.
Μια από τις βασικές αδυναμίες της ταινίας είναι το σενάριο, το οποίο συγκεντρώνει στοιχεία και από τα τρία προηγούμενα κεφάλαια της σειράς, δημιουργώντας μια τεράστια ανομοιομορφία στο περιεχόμενο, ώστε ως θεατής να καλείσαι να αποδεχτείς τεράστια κενά στη λογική της εξέλιξης της πλοκής. Το αφηγηματικό πλαίσιο θέλει τον χαρακτήρα του Μάρκους Μπάρνετ (Martin Lawrence) να επιβιώνει από ένα έμφραγμα στην αρχή της ταινίας, στοιχείο το οποίο επανέρχεται σταθερά καθόλη τη διάρκειά της, άλλοτε έξυπνα και άλλοτε σαχλά, εντάσσοντας και το στοιχείο της προοικονομίας για το φινάλε. Η βασική του προσφορά όμως είναι να δικαιολογήσει το στοιχείο της κωμωδίας, και δυστυχώς οι λεκτικές συνδιαλλαγές των Lawrence και Smith -η χημεία των οποίων παραμένει τουλάχιστον ακόμα αποτελεσματική- είναι ένας παρατεταμένος χαβαλές αστείων εσωτερικής κατανάλωσης που τις περισσότερες φορές δεν βγάζει καν νόημα.
Περισσότερο νόημα αποκτά το δεύτερο μισό της ταινίας, όπου με την προϋπόθεση ότι έχουν προσπεραστεί οι αλλοπρόσαλλες αστυνομικές διαδικασίες που θέλουν τους Μπάρνετ και Λάουρι ελεύθερους να λύνουν και να δένουν, η δράση παίρνει το πάνω χέρι και ενίοτε εκπλήσσει παρουσιάζοντας μια-δυο καινοτόμες ιδέες. Το σκηνοθετικό δίδυμο των Adil και Bilall δεν επαναπαύεται μετά τη σκηνοθεσία του “Bad Boys for Life” και φανερά καταβάλει μια προσπάθεια παραπάνω στις σκηνές δράσης, ακόμα κι όταν αυτές παρουσιάζονται περισσότερο φιλόδοξα από όσο αντέχουν, όπως για παράδειγμα όταν η κάμερα διατηρεί την οπτική γωνία του προσώπου που πυροβολεί ή έρχεται σε σωματική αντιπαράθεση. Λιγότερο πετυχημένη εμφανίζεται η απόπειρα να ενταχθεί στο ύφος των “Bad Boys” η λογική των δυσλειτουργικών οικογενειακών δεσμών που χαρακτηρίζουν τα “Fast and the Furious”, βασίζοντας μια ολόκληρη αφηγηματική δομή σε κώδικες τιμής όχι μόνο μεταξύ των “κακών παιδιών” και ένστολων συμμάχων αλλά και με αντίπαλων ανταγωνιστών.
Αδιαμφισβήτητα όμως η έλλειψη λογικής είναι κάτι που έχουμε αποδεχτεί και σε πολύ λιγότερο καλές ταινίες, και τουλάχιστον το “Ride or Die” μπορεί να μην προσφέρει κάτι ουσιαστικά πρωτότυπο πέρα από κάποιες μεμονωμένες στιγμές, αλλά δίνει ακριβώς αυτό που υπόσχεται με βάση το παρελθόν του, λίγο πιο επαναλαμβανόμενα και λίγο πιο κουρασμένα.
Βαθμολογία: