Ο νοβελίστας Στεπάν Μπελκούρ επιστρέφει στην πόλη που μεγάλωσε μετά από δεκαετίες, έχοντας δεχτεί να εκπροσωπήσει μια φίρμα διάσημου κονιάκ που κλείνει 100 χρόνια ζωής. Βρισκόμενος εκεί θα έρθει σε επαφή με τον γιο του πρώτου του έρωτα, τον Λούκας. Οι μνήμες τον γυρίζουν πίσω, τότε που η ερωτική έλξη και το πάθος που βίωσε παρέμεναν κρυφά. Κι αυτό επειδή το όνομα του έρωτα του ήταν Τομάς και οι δυο τους ήταν μόλις 17 ετών… 

Σκηνοθεσία:

Olivier Peyon

Κύριοι Ρόλοι:

Guillaume de Tonquedec … Stephane Belcourt

Victor Belmondo … Lucas Andrieu

Jeremy Gillet … Stephane Belcourt (νεαρός)

Julien De Saint Jean … Thomas Andrieu

Guilaine Londez … Gaelle Flamand

Pierre-Alain Chapuis … Κος Dejean

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Olivier Peyon

Παραγωγή: Anthony Doncque, Milena Poylo, Gilles Sacuto

Μουσική: Bravinsan, Thylacine

Φωτογραφία: Martin Rit

Μοντάζ: Damien Maestraggi

Σκηνικά: Clemence Ney

Κοστούμια: Oriol Nogues

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Arrete avec Tes Mensonges
  • Ελληνικός Τίτλος: Μη Μου Λες Ψέματα
  • Διεθνής Τίτλος: Lie with Me
  • Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Stop with Your Lies

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Arrete avec Tes Mensonges του Philippe Besson.

Παραλειπόμενα

  • Βασίζεται σε αυτοβιογραφικό μπεστ-σέλερ μυθιστόρημα του Philippe Besson από το 2017. Η αγγλική του μετάφραση είχε γίνει από την ηθοποιό Molly Ringwald.
  • Ο Olivier Peyon ήταν μια προσωπική επιλογή του Philippe Besson, μια και το διάβασε άμεσα με την κυκλοφορία του και προσπάθησε να επικοινωνήσει μαζί του. Αυτό είχε συγκινήσει τον συγγραφέα, επειδή ο Peyon δεν περίμενε να δει πρώτα αν θα γίνει επιτυχία το βιβλίο.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 15/4/2024

Παρατηρούνται κάποια ρομαντικά κλισέ στην ταινία του Olivier Peyon, που ίσως και να ήταν αναπόφευκτα από τη στιγμή που πρόκειται για κινηματογραφική μεταφορά συγκεκριμένου λογοτεχνικού υλικού, όμως το συναισθηματικό βάθος που υπάρχει στην επεξεργασία του πρωταγωνιστή κυρίως εγγυάται την ποιότητα του συνόλου. Και οι δημιουργικές επιλογές που εντοπίζονται, από το πώς διακριτικά το κομμάτι της αφήγησης που αναφέρεται στο παρελθόν έχει πιο πολύ «νεύρο» από τον παρόντα χρόνο μέχρι τις ομοιότητες σε επικοινωνιακό επίπεδο που παρατηρούνται ανάμεσα σε πρόσωπα της ιστορίας που ενώνονται με δεσμούς συγγένειας, αναδεικνύουν το πώς το όλο εγχείρημα έχει στηθεί με προσοχή και άκρως ουσιαστικό ενδιαφέρον. Οι δε εικόνες της γαλλικής επαρχίας πολύ σωστά περισσότερο εκπέμπουν μια μελαγχολία παρά μια καρτποσταλική ομορφιά, για λόγους που σχετίζονται άμεσα με τη σημασία της γεωγραφικής τοποθεσίας για τα δρώμενα.

Η λέξη κλειδί στο όλο δράμα που εκτυλίσσεται είναι η αποδοχή. Τα τρία βασικά πρόσωπα της πλοκής υποφέρουν σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, ή και παράλληλα, χωρίς να έχουν διασταυρωθεί σε δεδομένες στιγμές οι δρόμοι τους, επειδή αρνούνται να παραδεχτούν κάποιες αλήθειες. Για τον Thomas, που εμφανίζεται μονάχα στις παρελθοντικές αναδρομές του φιλμ, το φλέγον ζήτημα είναι να συμφιλιωθεί με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Για τον Lucas, το σημαντικότερο είναι να μάθει την αλήθεια για τον πατέρα του και να την επεξεργαστεί με τρόπο τέτοιο ώστε να τον συγχωρέσει μέσα του. Τέλος, για τον Stephane που αποτελεί και τον κεντρικό άξονα του σεναρίου, το πλέον κρίσιμο είναι να ομολογήσει στον εαυτό του πως κουβαλάει ακόμη τραύματα από το παρελθόν τα οποία δεν έχει επουλώσει, γιατί εσκεμμένα απέφευγε να αναμετρηθεί μαζί τους για δεκαετίες στο ταξίδι του για προσωπική επιτυχία από την ενηλικίωση και μετά. Το ταξίδι προς μια κάποια επίλυση διέπεται από μια χαρακτηριστικά ευρωπαϊκή εγκράτεια, καθώς ναι μεν υπάρχουν εντάσεις, όμως είναι όσες χρειάζονται και πάντοτε επικρατεί η αίσθηση πως πρόκειται για μια υπόθεση ενηλίκων που κοιτάζουν πρωτίστως να κρατήσουν σε μια ισορροπία την καθημερινότητά τους, όχι για ένα σόου ανάμεσα σε εκδηλωτικά σε συναισθηματικό επίπεδο άτομα με συμπεριφορές που θα λειτουργούσαν αποκλειστικά ως πάσες στους ηθοποιούς για να αποσπάσουν σχόλια περί «ρεσιτάλ ερμηνείας».

Διατυπώνονται και κάποιες ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις σχετικά με την γκέι ταυτότητα στη σύγχρονη εποχή, και κυρίως για το πώς, παρότι φαινομενικά επικρατεί μια πιο φιλική στάση απέναντί της σε σχέση με λίγο ή περισσότερο καιρό πίσω, ακόμη ελλοχεύει ένας συντηρητισμός στο πώς γίνεται αυτή αντιληπτή από τη μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου. Τα δε στερεότυπα γύρω από αυτήν καλά κρατούν κι επηρεάζουν αναλόγως και τις αντίστοιχες αλληλεπιδράσεις. Στην πορεία προς το φινάλε βέβαια εκφράζεται μια αισιοδοξία γύρω από μια ενδεχόμενη αλλαγή προς το θετικότερο της εν λόγω κατάστασης μέσω μιας βαθύτερης κατανόησης και συμπόνιας.

Ο Peyon παίρνει πολύτιμη βοήθεια και από μια εξαιρετική πρωταγωνιστική ερμηνεία εκ μέρους του Guillaume de Tonquedec, μεστή, μετρημένη, που ζυγίζει το συναίσθημα μ’ έναν ιδιαίτερα ώριμο τρόπο και που δεν φοβάται το τσαλάκωμα σε κάποιες στιγμές, καταφέρνοντας να το ισορροπήσει άψογα με την «ιντελεκτουέλ» πλευρά του ρόλου του. Στο μέρος της δράσης που εξελίσσεται το 1984, οι Jeremy Gillet και Julien De Saint Jean «αγκαλιάζουν» με ευαισθησία τους ήρωές τους και, αναπτύσσοντας μεθοδικά τη μεταξύ τους δυναμική, εξασφαλίζουν ότι η διαδρομή τους θα «μιλήσει» στον εκάστοτε θεατή, απευθυνόμενη σε πλευρές του που είναι πανανθρώπινες ανεξαρτήτως άλλων παραγόντων.

Πρόκειται εν γένει για μια δουλειά που προσεγγίζει το θέμα της και τους χαρακτήρες της με σοφία και που δεν φοβάται τη συγκίνηση, την οποία αποσπά όμως χωρίς να τη ζορίζει με κόλπα χειραγώγησης. Λειτουργεί έξοχα τόσο ως ένα ρομάντζο με γλυκόπικρη επίγευση όσο και ως μια δύσκολη αναμέτρηση τραυματισμένων ψυχικά ενηλίκων με «φαντάσματα» του παρελθόντος σε μια προσπάθεια να βρεθεί ένα νόημα που θα γεμίζει τα κενά ενός νοητού παζλ.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *