Η Έλι Κόνγουεϊ είναι μια μοναχική συγγραφέας μιας επιτυχημένης σειράς κατασκοπικών μυθιστορημάτων. Η ιδανική βραδιά για την Έλι περιλαμβάνει το σπίτι της, τον υπολογιστή της, και τον γάτο της, τον Άλφι. Στα βιβλία της πρωταγωνιστεί ο μυστικός πράκτορας Άργκαϊλ και η αποστολή του είναι να αποκαλύψει ένα παγκόσμιο δίκτυο κατασκόπων. Οι ιστορίες της όμως αρχίζουν να συμβαίνουν στην πραγματική ζωή, καθώς μια αληθινή μυστική οργάνωση δρα με τον τρόπο που η ίδια φαντάστηκε. Έτσι, η Έλι αναγκάζεται να αποχαιρετήσει τα ήσυχα απογεύματα και τη θαλπωρή του σπιτιού της. Ο -αλλεργικός στις γάτες- κατάσκοπος Άιντεν και η Έλι -η οποία κουβαλά τον Άλφι στην τσάντα της- μάχονται ενάντια στον χρόνο και στους δολοφόνους, καθώς τα όρια μεταξύ του φανταστικού κόσμου της Έλι και του πραγματικού κόσμου θολώνουν.

Σκηνοθεσία:

Matthew Vaughn

Κύριοι Ρόλοι:

Bryce Dallas Howard … Elly Conway/Rachel Kyle

Sam Rockwell … Aidan Wilde

Henry Cavill … πράκτορας Argylle

John Cena … Wyatt

Dua Lipa … Lagrange

Samuel L. Jackson … Alfred Solomon

Bryan Cranston … διευθυντής Ritter

Sofia Boutella … Saba Al-Badr

Ariana DeBose … Keira

Catherine O’Hara … Ruth Conway/Δρ Vogler

Richard E. Grant … Fowler

Rob Delaney … υποδιευθυντής Powell

Jing Lusi … Li Na

Stanley Morgan … Bakunin

Tomiwa Edun … Nolan

Jason Fuchs … οικοδεσπότης

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Jason Fuchs

Παραγωγή: Adam Bohling, Jason Fuchs, David Reid, Matthew Vaughn

Μουσική: Lorne Balfe

Φωτογραφία: George Richmond

Μοντάζ: Tom Harrison-Read, Lee Smith

Σκηνικά: Russell De Rozario, Daniel Taylor

Κοστούμια: Stephanie Collie

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Argylle
  • Ελληνικός Τίτλος: Άργκαϊλ

Παραλειπόμενα

  • Ο Jason Fuchs βάσισε το σενάριο του πάνω σε ένα μυθιστόρημα που δεν κυκλοφόρησε ποτέ πριν την ταινία, και φέρεται να είναι γραμμένο από την πρωτοεμφανιζόμενη Elly Conway. Κι επειδή καμία δεν εμφανίστηκε με αυτό το όνομα δημοσίως (υπάρχει μόνο ένας λογαριασμός της στο Instagram χωρίς κανένα ποστ), δεν ήταν λίγοι που υπέθεσαν ότι η αληθινή συγγραφέας ήταν η Taylor Swift, παραθέτοντας και μια σειρά από αποκωδικοποιημένες αποδείξεις. Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι πρόκειται για διαφημιστικό κόλπο, μια και στο εμφανιζόμενο ως εξώφυλλο του βιβλίου υπάρχει ως εκδότης η εταιρία του Matthew Vaughn.
  • Το 2001, το Apple TV+ αγόρασε τα δικαιώματα της ταινίας πληρώνοντας 200 εκατομμύρια δολάρια, όσα δηλαδή κόστισε και το μπάτζετ. Έτσι, μετά την έξοδο στις αίθουσες από τη Universal Pictures, ακολουθεί ενσωμάτωση στην εν λόγω πλατφόρμα ως Apple Original Film.
  • Ο Matthew Vaughn περιέγραψε την ταινία του ως μια ωδή προς τα θρίλερ δράσης των 1980. Κυριότερη του επιρροή όμως ήταν η κωμική περιπέτεια Κυνηγώντας το Πράσινο Διαμάντι.
  • Ο γάτος της ταινίας ονομάζεται Τσιπ, και στην πραγματικότητα ανήκει στην Claudia Schiffer, το διάσημο μοντέλο και σύζυγο του σκηνοθέτη.
  • Για τον ρόλο του κατάσκοπου Άργκαϊλ, ο Vaughn αναζήτησε κάποιον ηθοποιό που να είναι γεννημένος για να παίξει τον Τζέιμς Μποντ. Κλείνοντας τον Henry Cavill, θεώρησε ότι πρόλαβε τους παραγωγούς της μακρόβιας σειράς.
  • Ανάμεσα στους πολλούς τόπους γυρισμάτων ανά την Ευρώπη βρίσκεται και η χώρα μας.
  • Η ταινία δημιουργήθηκε με την προοπτική της εκκίνησης ενός franchise, και σύμφωνα με τους δημιουργούς θα εξελιχτεί το λιγότερο σε τριλογία. Ο Vaughn πρόσθεσε σε αυτό ότι θα ενωθεί ως ένα κοινό σύμπαν με τις ταινίες Kingsman, αλλά και άλλες παραγωγές των Marv Studios.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Η Ariana DeBose ερμηνεύει για το σάουντρακ το Get Up and Start Again, και συμμετέχει με τους Boy George και Nile Rodgers στο σινγκλ Electric Energy.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 31/1/2024

Δεν περιμέναμε να φτάσει το 2024 για να μάθουμε το σινεμά του Matthew Vaughn και το στοιχείο-κλειδί που θέτει την όποια βάση συζήτησης περί αυτού είναι το αν κάποιος αρέσκεται ή όχι σε αυτού του είδους τη διασκέδαση, μια λέξη προσεκτικά επιλεγμένη γιατί αυτά είναι τα όρια προσφοράς των ταινιών του. Και είναι μεγάλη ζημιά η αποκλειστική δεκαετής σκηνοθετική παραγωγή του -για την οποία μας ενημερώνει η post-credit σκηνή- με τη σειρά των «Kingsman» αφού στο “Argylle” παρουσιάζει πλέον μια φόρμα που εφαρμόζεται στον αυτόματο.

Οι μόνες εκπλήξεις που παρουσιάζει το “Argylle” είναι στο σενάριό του, χωρίς αυτό να προσμετρείται ως κάτι θετικό. Αν θεωρήσουμε ότι το πρόσχημα της ιστορίας είναι πρωτότυπο, αυτό που παρακολουθούμε χωρίζεται ισόποσα σε ένα αρκετά στρωτό πρώτο μισό και ένα δεύτερο μισό ασυνάρτητο όπου η πλοκή εντάσσει αλλεπάλληλες ανατροπές που ελάχιστο νόημα βγάζουν όσο οδηγείται προς το φινάλε. Είπα όμως ότι η διασκέδαση είναι το κίνητρο και φανερώνεται από την αυτοπεποίθηση του Vaughn, ο οποίος έχοντας βρει ένα σκηνοθετικό τσιτάτο -αυτό της απρόσκοπτης αντιπαράθεσης του υπαρκτού κατασκόπου του Sam Rockwell με τον φανταστικό κατάσκοπο του Henry Cavill- το χρησιμοποιεί ανηλεώς σε συνδυασμό με τις σκηνές σωματικής μάχης υπό την μουσική επένδυση κάποιας ποπ επιτυχίας. Αυτή η στείρα επανάληψη δεν δίνεται με κάποιο προσωπικό στιλ αλλά κατασκευάζεται μονταζιακά συνδυάζοντας πλάνα από διαφορετικές γωνίες λήψης χωρίς υπόβαθρο, χωρίς σκοπό και κυρίως χωρίς περιεχόμενο. Μόνος σκοπός το θέαμα λοιπόν.

Σε μια καταπληκτική αντιστοιχία με τη μαζική παραγωγή του είδους του τρόμου όπου όλα στήνονται μηχανικά ώστε να αντιληφθεί ο θεατής ότι παρακολουθεί χόρορ ακόμα και όταν δεν υπάρχει τίποτα που να το μαρτυρά στη σκηνή, ο Vaughn κατοχυρώνει σε κάθε του επιλογή ότι βρισκόμαστε εντός μιας κωμωδίας, κάτι που μοιάζει να τον απασχολεί πολύ περισσότερο από το μεγαλύτερο κομμάτι της περιπέτειας που έχει αφεθεί στη μοίρα των ψηφιακών εφέ. Τα οποία εντούτοις ομολογώ ότι είναι άψογα, τόσο άψογα και αναμενόμενα μέσα στην αφήγηση που δεν προκαλούν την παραμικρή εντύπωση. Το κομμάτι της κωμωδίας παίζει σαν ένα υπερμέγεθες ανέκδοτο κατά το οποίο όλοι εντός της οθόνης γελούν προεξοφλημένα, αφού κάποιο αυτόνομο αστείο δεν υπάρχει ώστε να σχηματίζεται έστω σαν πρόσχημα μια αρχή, μία μέση και ένα τέλος. Η κατασκοπική παράμετρος, που σίγουρα δεν ήταν στις προθέσεις να παίξει ως σάτιρα, περισσότερο βρίσκει θέση στη σκηνή του Δελφινάριου. Άλλωστε, τι Χαβάη, τι… Χαλβάη.

Σχεδόν εκλιπαρούσα να δω στην οθόνη κάποια μορφή γραφικής και αιματοβαμμένης βίας, η οποία θα ήταν σαφώς πιο καλόγουστη από το ακατάσχετο σερί κωμικότητας που σχηματοποιεί τους σκοτωμούς, στήνοντας ολόκληρο «σκετς» πάνω στην καλύτερη χορογραφία για να λιώσεις τα κεφάλια των αντιπάλων. Χωρίς να το φτάσω σε ζητήματα αισθητικής, είναι τουλάχιστον μέσα στις εγγενείς μου αξίες να μην μπορώ να γελάσω απλώς και μόνο με σκοτωμούς όταν δεν υποστηρίζονται από κάποιο άλλο στοιχείο αλλά σηκώνουν εξολοκλήρου την κωμωδία. Ή να υπήρχε κάποιο σκηνοθετικό άγγιγμα που να με έκανε να το αφήσω στις προσωπικές και υποκειμενικές προσλαμβάνουσες του εκάστοτε θεατή. Ο Vaughn απλώς στήνει κάμερες και μοντάρει αγέρωχα χωρίς να εντάσσει τίποτα πέρα από ό,τι περνά άμεσα από τον αμφιβληστροειδή. Το αν θα φτάσει σε εγκέφαλο είναι αδιάφορο.

Προφανή στοιχεία όπως η μίξη πραγματικότητας και φαντασίας έτσι όπως την αντιλαμβάνεται η πρωταγωνίστρια περισσότερο μπερδεύουν μέσω της απουσίας τους κάποιον υποψιασμένο θεατή, ενώ η μεγαλύτερη παραφωνία στο υποκριτικό κομμάτι είναι ο Bryan Cranston, σε έναν ρόλο όπου μπροστά του ο μαφιόζος του Robert De Niro στο «Ανάλυσέ το» θεωρείται ρόλος ρεπερτορίου.

Αυτό που τελικά θα μετρήσει στην αντιμετώπιση του “Argylle” είναι το αν θα κουμπώσει πάνω στις προσδοκίες κάθε θεατή. Από πλευράς κριτικής, δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από έναν γυμνό αυτοκράτορα, αλλά για αυτόν που επιζητεί καλαμπόκι και θεάματα, είναι ταμάμ.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

21 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

3 Σχόλια

  1. Νίκος Γαληνός 1 Μαρτίου 2024

    Μετάνιωσα που την είδα, επηρεάστηκα θετικά από το τρέιλερ, που είναι μεν καλό αλλά ταυτόχρονα παραπλανητικό. Τελευταία μετά από αρκετά χρόνια είδα "αρκετό" σινεμά, ακόμα όμως και οι ταινίες που δε μου άρεσαν πολύ, κάτι είχαν να μου δώσουν, κάτι θετικό μου άφησαν... Η "Άργκαϊλ" για εμένα, που δεν είμαι ειδικός κινηματογράφου, είναι μια προσπάθεια περιπέτειας με μικρές δόσεις χιούμορ, και ταυτόχρονα παρωδία περιπέτειας, μετά από ένα σημείο δεν ξέρεις τι βλέπεις και γιατί, και το κάνει ακόμα χειρότερο η σχετικά μεγάλης της διάρκεια. Η πρωταγωνίστρια δε βοηθάει καθόλου τον ρόλο, μάλλον φταίει και ο σωματότυπος, είναι λάθος επιλογή, και η Dua Lipa, εμφανίζεται λίγο, θα έλεγα ότι είναι κάτι σαν "κράχτης", όπως και ο γάτος, για την ταινία.

  2. ΛΑΛΟΥΔΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ 28 Ιανουαρίου 2024

    Καλησπέρα σαςΠως μπορώ να κερδίσω προσκλήσεις για την ταινία? ευχαριστώ Νίκος Λαλουδάκης

    1. Σταύρος Γανωτής 28 Ιανουαρίου 2024

      Νίκο μου, δεν έχουμε κάποιον διαγωνισμό για την ταινία.