Η Αντουανέτ, μια δασκάλα, ανυπομονεί για τις εδώ και καιρό προγραμματισμένες καλοκαιρινές της διακοπές με τον κρυφό εραστή της, τον Βλαντιμίρ, ο οποίος τυχαίνει να είναι πατέρας ενός εκ των μαθητών της. Τότε μαθαίνει ότι ο Βλαντιμίρ δεν θα τη συνοδεύσει, γιατί η σύζυγός του οργάνωσε διακοπές έκπληξη για πεζοπορία στο εθνικό πάρκο Σεβέν με την κόρη τους και έναν γάιδαρο που θα μεταφέρει τις αποσκευές τους. Η Αντουανέτ αποφασίζει να ακολουθήσει τα ίχνη τους ολομόναχη, με τη βοήθεια του “προστατευτικού” γάιδαρου Πατρίκ.

Σκηνοθεσία:

Caroline Vignal

Κύριοι Ρόλοι:

Laure Calamy … Antoinette Lapouge

Benjamin Lavernhe … Vladimir Loubier

Olivia Cote … Eleonore Loubier

Louise Vidal … Alice Loubier

Marc Fraize … Michel

Jean-Pierre Martins … Sheriff

Lucia Sanchez … Annie

Maxence Tual … Jacques

Marie Riviere … Claire

Denis Mpunga … Idriss

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Caroline Vignal

Παραγωγή: Laetitia Galitzine, Aurelie Rouviere

Μουσική: Matei Bratescot

Φωτογραφία: Simon Beaufils

Μοντάζ: Annette Dutertre

Σκηνικά: Valerie Saradjian

Κοστούμια: Isabelle Mathieu

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Antoinette dans les Cevennes
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ
  • Διεθνής Τίτλος: My Donkey, My Lover & I

Σεναριακή Πηγή

  • Βιβλίο (έμπνευση): Travels with a Donkey in the Cevennes του Robert Louis Stevenson.

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου (Laure Calamy) στα Cesar. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, δεύτερο αντρικό ρόλο (Benjamin Lavernhe), σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ και ήχο.

Παραλειπόμενα

  • Δεύτερη σκηνοθετική δουλειά για την Caroline Vignal, με την πρώτη να είναι 20 χρόνια πριν.
  • Η ταινία είχε επιλεχθεί να προβληθεί στο φεστιβάλ Κανών του 2020, που όμως δεν πραγματοποιήθηκε λόγω της πανδημίας.
  • Ο Πατρίκ ο γάιδαρος είναι στην πραγματικότητα δύο ζώα, με τον έναν να είναι ήρεμος και τρυφερός, ενώ ο άλλος νευρικός κι απρόβλεπτος.
  • Το Travels with a Donkey in the Cevennes (1879) είναι από τις πρώιμες δουλειές του Robert Louis Stevenson, και αφορά ένα προσωπικό του ταξίδι στη Γαλλία. Θεωρείται από τα πρωτοποριακά βιβλία περιήγησης, και το 2015 είχε γίνει ταινία στη Γαλλία από τον
    Francois Marret. Στο φιλμ της Caroline Vignal δεν έχουμε διασκευή, αλλά απλή  επισημοποίηση της έμπνευσης για το στόρι.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 8/6/2022

Πίσω από τα χαριτωμένα ευτράπελα που θα περίμενε κανείς από τη στερεοτυπική εικόνα μιας καλοκαιρινού τύπου γαλλικής κομεντί, κρύβεται ένα ψυχογράφημα μιας ηρωίδας που, λόγω της παράξενης ιδιοσυγκρασίας της, μπορεί και να γίνει μισητή από μια μερίδα του κοινού. Όμως είναι ακριβώς τα πολλά ελαττώματά της που και προσφέρουν στο χιούμορ του φιλμ αλλά καθιστούν και το προσωπικό της ταξίδι ενδιαφέρον. Και τελικά έχει κάτι το ιδιαίτερο το ρίσκο της Caroline Vignal να επιλέξει για πρωταγωνιστικό χαρακτήρα μια γυναίκα που δεν λειτουργεί απαραίτητα ως θετικό πρότυπο, αλλά μ’ έναν παράδοξο τρόπο κερδίζει την προσοχή του θεατή. Βέβαια, για να γινόταν πραγματικά η υπέρβαση, θα έπρεπε και η ιστορία να ξεφεύγει από τα ασφαλή εμπορικά πλαίσια στα οποία κινείται σε γενικές γραμμές…

Σε πρώτο επίπεδο υπάρχουν οι «ψάρι έξω από το νερό» καταστάσεις στις οποίες εμπλέκεται η Antoinette της Laure Calamy και που προκαλούν το γέλιο, καθώς και οι ομορφιές της γαλλικής εξοχής. Πέραν αυτού υπάρχει κάτι σαν μια ιδιόρρυθμη οδύσσεια για την κεντρική ηρωίδα, η οποία περνάει από διαψεύσεις, διακυμάνσεις, αναθεωρήσεις κι εσωτερικές μεταβολές. Η κατάληξή της; Μπορεί κάποιοι να ισχυριστούν ότι η όλη διαδρομή τελειώνει κάπως «ξέπνοα», ίσως όμως η φράση-κλειδί εδώ, που αναφέρεται κι από την ίδια την ταινία, είναι η γνωστή περί σημασίας του ταξιδιού και όχι του προορισμού. Ο οποίος προορισμός έχει και αυτός τη βαρύτητά του για την Antoinette, καθώς την οδηγεί σε κάτι σαν ετεροχρονισμένη ωριμότητα, δια μιας οδού πολύ λιγότερο κραυγαλέας από αυτήν που θα περίμενε κάποιος από το φιλμ λόγω εμπορικής φύσης. Και το κείμενο της Vignal, έστω κι αν δεν προχωράει τόσο πολύ σε βάθος για να δώσει έμφαση σε διάφορα εύθυμα περιστατικά, αγκαλιάζει με πολλή αγάπη την πρωταγωνίστριά του. Σπάει μεν πλάκα μαζί της εκεί που χρειάζεται, ταυτόχρονα όμως της δείχνει μεγάλη κατανόηση για το πώς πράττει και πώς αλληλοεπιδρά με τον περίγυρό της.

Και φυσικά, οι αδυναμίες που σίγουρα υπάρχουν δεν αφορούν την πραγματικά άψογη Calamy που βραβεύτηκε μ’ ένα δίκαιο Σεζάρ για την ερμηνεία της. Με πρόσφατη στην ελληνική κινηματογραφική διανομή και την εμπειρία του έξοχου «Full Time», εδώ επιβεβαιώνεται πανηγυρικά για τη βιρτουόζα ηθοποιό πως πρόκειται για μια ξεχωριστή περίπτωση, με εύρος που μπορεί και στο κοινωνικό δράμα να αριστεύσει αλλά και να είναι πηγαία κωμική όταν απαιτείται. Και πρέπει να δοθεί έμφαση στο πώς προσθέτει τις απαραίτητες πινελιές ανθρωπιάς για να μην κυλήσει ο ρόλος της επικίνδυνα προς την πλευρά της καρικατούρας και να κερδίσει τελικά και τη συμπάθεια. Για υποστήριξη έχει ένα αξιόπιστο καστ δίπλα της, που εσκεμμένα δεν έχει ούτε ένα μέλος που να την ανταγωνίζεται σ’ επίπεδο σημαντικότητας για την πλοκή, ακόμη κι αν ο Benjamin Lavernhe τελικά προτάθηκε για Σεζάρ.

Παρά τα ψήγματα αναλυτικότερης του κινηματογραφικού μέσου όρου ψυχολογίας που εντοπίζονται στους διαλόγους και σε κάποιες συμπεριφορές, το «Ο Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ» πρωτίστως κοιτάζει το πώς θα ψυχαγωγήσει, κάτι που είναι απόλυτα σεβαστό. Είναι ανάλαφρο, όχι όμως ανεγκέφαλο σινεμά, του οποίου η θετική διάθεση έχει μια ειλικρίνεια αν μη τι άλλο, εν είδει μιας αποδραστικού χαρακτήρα διασκέδασης. Δεν μένει αξέχαστο, αλλά λειτουργεί αξιοπρεπώς εντός των ορίων του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *