Ανατομία ενός Εγκλήματος
- Anatomy of a Murder
- 1959
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Αστυνομική, Δραματική, Δραματικό Θρίλερ, Μυστηρίου
Η Λόρα Μάνιον επιστρέφει στο σπίτι της και εξομολογείται στον άντρα της πως υπήρξε θύμα βιασμού. Ο αξιωματικός Φρέντερικ Μάνιον εντοπίζει τον βιαστή, τον σκοτώνει και κατόπιν ισχυρίζεται πως πρόκειται για ένα απλό έγκλημα πάθους. Τώρα, ο δικηγόρος του, ο Πολ Μπίγκλερ, καλείται να εξιχνιάσει μια σκοτεινή υπόθεση, όπου τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται.
Σκηνοθεσία:
Otto Preminger
Κύριοι Ρόλοι:
James Stewart … Paul Biegler
Lee Remick … Laura Manion
Ben Gazzara … υπολοχαγός Frederick Manion
Arthur O’Connell … Parnell Emmett McCarthy
Eve Arden … Maida Rutledge
Kathryn Grant … Mary Pilant
George C. Scott … Claude Dancer
Joseph N. Welch … δικαστής Weaver
Orson Bean … Δρ Matthew Smith
Murray Hamilton … Alphonse Paquette
John Qualen … υπαστυνόμος Sulo
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Wendell Mayes
Παραγωγή: Otto Preminger
Μουσική: Duke Ellington
Φωτογραφία: Sam Leavitt
Μοντάζ: Louis R. Loeffler
Σκηνικά: Boris Leven
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Anatomy of a Murder
- Ελληνικός Τίτλος: Ανατομία ενός Εγκλήματος
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: Anatomy of a Murder του John D. Voelker.
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας, πρώτου αντρικού ρόλου (James Stewart), δεύτερου αντρικού ρόλου (Arthur O’Connell και George C. Scott), διασκευασμένου σεναρίου, φωτογραφίας και μοντάζ.
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας, πρώτου γυναικείου ρόλου (Lee Remick) σε δράμα, και δεύτερου αντρικού ρόλου (Joseph N. Welch).
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο αντρικής ερμηνείας (James Stewart).
Παραλειπόμενα
- Το όνομα του συγγραφέα Robert Traver ήταν στην πραγματικότητα ψευδώνυμο του δικαστικού John D. Voelker. Το βιβλίο του 1958 βασίστηκε σε μια δίκη του 1952, στην οποία υπερασπίζονταν τον κατηγορούμενο.
- Τον δικαστή ερμηνεύει ο Joseph N. Welch, στην πρώτη και τελευταία κινηματογραφική του εμφάνιση. Το επάγγελμα του ήταν δικηγόρος, και είχε γίνει διάσημος όταν ήρθε σε ευθεία κόντρα με τον Joseph McCarthy κατά τη διάρκεια των ακροάσεων που έφεραν σε ρήξη τον αμερικανικό στρατό με τον διαβόητο γερουσιαστή. Για να συμφωνήσει να παίξει, χρειάστηκε να βρίσκεται και η σύζυγος του ανάμεσα στους ενόρκους. Αρχικά ο ρόλος είχε προσφερθεί στους Spencer Tracy και Burl Ives.
- Η γλώσσα που χρησιμοποιείται στην ταινία ενόχλησε τον δήμαρχο του Σικάγο, ο οποίος και απαγόρευσε προσωρινά την προβολή στη θρησκευόμενη, καθολική του πόλη. Σύμφωνα με σύγχρονη έρευνα, υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες λέξεις που μετά την καθιέρωση του κώδικα Χέιζ (1934) δεν είχαν ακουστεί ποτέ σε αμερικανική ταινία.
- Ο πατέρας του James Stewart ένιωσε τόσο προσβεβλημένος με την ταινία, θεωρώντας τη “βρώμικη”, που έβαλε αγγελία στην τοπική εφημερίδα να μην τη δει κανείς.
- Η Lana Turner εγκατέλειψε τον ρόλο της Λόρα, όταν ο σκηνοθέτης δεν την άφησε να φοράει κοστούμια του προσωπικού της σχεδιαστή, τα οποία και ο Preminger δεν θεωρούσε κατάλληλα για τον ρόλο.
- Ο Preminger ήθελε εξαρχής για τη Λόρα τη Lee Remick, που την είχε δει στο ντεμπούτο της (Μια Μορφή Μέσα στο Πλήθος). Όταν το στούντιο επέβαλε τη Lana Turner, της πρόσφερε τον μικρότερο ρόλο της Μαίρη Πάιλαντ, αλλά εκείνη θαρραλέα αρνήθηκε. Όταν λίγο αργότερα δέχτηκε τηλεφώνημα ότι είχε πάρει τον ρόλο της Λόρα, μια και η Turner είχε πια απομακρυνθεί, πίστεψε ότι ήταν φάρσα και έκλεισε το τηλέφωνο. Χρειάστηκε ένα δεύτερο για να την πείσει.
- Ο σκηνοθέτης είχε έρθει σε συζητήσεις με τον Richard Widmark για τον ρόλο του υπολοχαγού.
- Το διάσημο πόστερ είναι δημιούργημα του Saul Bass, με το πτώμα της αφίσας να είναι πολύ κοντά σε αυτό του Δεσμώτη του Ιλίγγου, μία ακόμα δουλειά του Bass.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Το βραβευμένο με Grammy τζαζ σάουντρακ ανήκει στον Duke Ellington, που έχει κι έναν μικρό ρόλο επί του φιλμ (ως “Pie-Eye”). Οι ιστορικοί το θεωρούν ως την πρώτη σημαντική δουλειά αφροαμερικανού στο Χόλιγουντ, που δεν αφορά ζωντανά ερμηνευμένη σύνθεση (είτε ως μιούζικαλ, είτε από κάποια μπάντα που εμφανίζεται επί της ταινίας). Σημαντική ήταν στη σύνθεση η βοήθεια του Billy Strayhorn.
- Το συγκρότημα Great Lakes Myth Society έγραψε ένα τραγούδι το 2005 με τίτλο Marquette County, 1959. Οι στοίχοι του εξιστορούν τα γυρίσματα του φιλμ στην πόλη τους στο Μίσιγκαν.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 19/7/2024
Στην πολύ παραγωγωγική καριέρα του, ο Otto Preminger σκηνοθέτησε πολλές σημαντικές ταινίες: «Fallen Angel» (1945), «Where the Sidewalk Ends» (1950), «Angel Face» (1953), «The Man with the Golden Arm» (1955), «Exodus» (1960), «Advise & Consent» (1962), «Bunny Lake Is Missing» (1965). Ωστόσο, ως αριστουργήματα του θεωρούνται το αξέχαστο φιλμ νουάρ «Laura» (1944) και το συγκλονιστικό δικαστικό δράμα «Η Ανατομία ενός Εγκλήματος» (1959).
Κεντρικός άξονας της ιστορίας είναι ο Paul Biegler (James Stewart), ένας πρώην εισαγγελέας που ζει σε μια μικρή επαρχιακή πόλη του Μίσιγκαν. Προκειμένου να επιβιώσει ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου αναλαμβάνοντας ασήμαντες υποθέσεις, αλλά προτιμά να ψαρεύει και να παίζει μουσική τζαζ. Ο καλύτερος φίλος του, Parnell McCarthy (Arthur O’Connell), αποσυρμένος από τη δικηγορία, έχει βυθιστεί στον αλκοολισμό. Ο Biegler συμφωνεί να υπερασπιστεί έναν υπολοχαγό, τον Frederick Manion (Ben Gazzara), ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία του βιαστή της γυναίκας του, της όμορφης και προκλητικής Laura (Lee Remick). Η Laura ισχυρίζεται ότι μετά από άγριο ξυλοδαρμό έπεσε θύμα βιασμού από τον δολοφονημένο άντρα. Η υπόθεση για τον Biegler φαινομενικά είναι χαμένη, την αναλαμβάνει όμως, όχι μόνο επειδή έχει ανάγκη τα χρήματα, αλλά κι επειδή τη βλέπει σαν μια πρόκληση. Η μοναδική περίπτωση που μπορεί ο Biegler να κερδίσει στο δικαστήριο και να αθωώσει τον πελάτη του, είναι να αποδείξει ότι την ώρα της δολοφονίας βρισκόταν σε προσωρινή νοητική διαταραχή. Όταν η μάχη του δικαστηρίου αρχίζει, ο σκληρός εισαγγελέας Claude Dancer (George C. Scott) αντικρούει όλους τους ισχυρισμούς του Biegler και προσπαθεί να αποδείξει ότι δεν υπήρξε βιασμός αλλά συναίνεση, και ο δολοφόνος ενήργησε με πλήρη συνείδηση. Τώρα ο Biegler πρέπει να χρησιμοποιήσει όλη την πονηριά του, εάν θέλει να αποτρέψει την καταδίκη του πελάτη του για φόνο πρώτου βαθμού…
Η «Ανατομία ενός Εγκλήματος» είναι ίσως το καλύτερο δικαστικό δράμα στην ιστορία του κινηματογράφου, και βασίζεται στα πραγματικά γεγονότα μιας πολύκροτης δίκης που έγινε το 1952, όπως αυτά περιγράφονται σε ένα μυθιστόρημα που έγραψε ο John D. Voelker (με το ψευδώνυμο Robert Traver), ο οποίος υπήρξε εισαγγελέας στο ανώτερο δικαστήριο του Μίσιγκαν. Το σενάριο του Wendell Mayes είναι ένα αραβούργημα λεκτικών και νομικών διαξιφισμών που δημιουργεί μια συναρπαστική κινηματογραφική εμπειρία. Παράλληλα είναι και μια ασυμβίβαστη έκθεση των ελαττωμάτων που είναι εγγενή στο σύγχρονο δικαστικό σύστημα, δείχνοντας πόσο εύκολα μια επιτροπή ενόρκων μπορεί να επηρεαστεί από τις προσωπικότητες των νομικών που ηγούνται της κατηγορίας και της υπεράσπισης. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο πατέρας του Otto Preminger ήταν γενικός εισαγγελέας για την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, και ο ίδιος ο Otto σπούδασε νομικά.
Η «Ανατομία» είναι μια τολμηρή και ειλικρινής ταινία, καθώς για πρώτη φορά στον κινηματογράφο χρησιμοποιήθηκε ορολογία που περιγράφει τη σεξουαλική πράξη. Ο Preminger επέλεξε να μη χρησιμοποιήσει την τεχνική των φλας-μπακ για να αναπαραστήσει με αντικειμενικό τρόπο τον ενδεχόμενο βιασμό και τον επακόλουθο φόνο, με σκοπό να εγείρει την φαντασία του θεατή, να τον καταστήσει ένορκο που μέσα από τις καταθέσεις των μαρτύρων πρέπει να αποφασίσει για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορούμενου.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι η διερεύνηση των κινήτρων καθενός από τους βασικούς παράγοντες της δίκης .Ο Biegler και ο McCarthy είναι δύο δικηγόροι σε κρίση, που επιδιώκουν να επιβεβαιώσουν τον εαυτό τους σε υπαρξιακό επίπεδο :ο πρώτος μετά την απώλεια της θέσης του εισαγγελέα και ο δεύτερος για να ξεπεράσει τον εθισμό του στο αλκοόλ. Στην αντίθετη πλευρά βρίσκεται ο Dancer, ένας έξυπνος και πολύ επιθετικός εισαγγελέας , ένας «καρχαρίας που μυρίζει το αίμα» , που δεν δέχεται επ’ ουδενί να ηττηθεί από επαρχιακούς και άσημους αντιπάλους. Ωστόσο όταν στριμωχτεί δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει έναν χυδαίο μάρτυρα που κουβαλά στην πλάτη του τον μισό ποινικό κώδικα. «Δεν κατηγορώ τον κύριο Dancer που στενοχωρήθηκε, είμαι ένας ταπεινός δικηγόρος της μικρής πόλης που κάνω ό,τι μπορώ για να νικήσω αυτόν τον λαμπρό εισαγγελέα από τη μεγάλη πόλη του Λάνσινγκ…», τον ειρωνεύεται κομψά ο Biegler.
Η αδυσώπητη λεκτική μονομαχία των αντιδίκων συντονίζεται από τον δικαστή Weaver (Joseph N. Welch, πραγματικός δικηγόρος στη Βοστώνη). Αμέσως γινόμαστε μάρτυρες της καλής φύσης και της ανθρωπιάς του Weaver, όταν λέει με φιλικό τόνο: «Και ενώ μπορεί να φαίνεται ότι κοιμάμαι περιστασιακά, θα διαπιστώσετε ότι ξυπνάω εύκολα · ειδικά αν με ταρακουνήσει απαλά ένας καλός δικηγόρος με ωραία νομική άποψη». Ο Preminger χαρίζει ένα από τα σπάνια κοντινά πλάνα του στο καλοσυνάτο χαμόγελο του Weaver, για να ενισχύσει αυτή τη βαθιά σύνδεση μεταξύ του αφηρημένου νόμου και των ανθρώπων που τον εφαρμόζουν: σε τέτοια πλάνα, ο ανθρωπισμός του σκηνοθέτη προσεγγίζει την ευλάβεια.
Η σεκάνς-κλειδί για την κατανόηση του θεματικού πυρήνα της ταινίας είναι η πρώτη επίσκεψη του Biegler στον φυλακισμένο Manion. Χωρίς πρώτα να τον ρωτήσει τι ακριβώς συνέβη, του εξηγεί, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, τις τέσσερις πιθανές αιτίες που μπορεί κάποιος να αθωωθεί για φόνο. Αφού αποκλείει τις τρεις (αυτοκτονία ή ατύχημα, μη διάπραξη, προστασία ιδιωτικού χώρου ή αυτοάμυνα), αφήνει μια χαραμάδα φωτός για την τέταρτη: «Ο φόνος ήταν δικαιολογημένος». Η παράλειψη του Biegler, να ζητήσει από τον κατηγορούμενο να του πει την ιστορία του, δεν είναι τυχαία καθώς αν το έκανε θα παγίωνε την εκδοχή του πελάτη του για τα γεγονότα και θα ήταν νομικά αντιδεοντολογικό να διαμορφωθούν τα γεγονότα εκ των υστέρων, ώστε να ταιριάζουν με μια συγκεκριμένη υπερασπιστική στρατηγική.
Ένας έμπειρος και ικανός δικηγόρος όπως ο Biegler μπορεί να μεταφέρει ένα «σιωπηρό μήνυμα» στον Manion -χωρίς να το πει ευθέως- που θα διαμορφώσει την κατάθεσή του ώστε να ενεργοποιήσει αυτή την τέταρτη αιτία. Τον ρωτά λοιπόν: «Για να δούμε πόσο ευφυής είσαι… Ποια είναι η νόμιμη δικαιολογία σου για να σκοτώσεις τον Barney Quill;» Μετά από μια σειρά μη ικανοποιητικών απαντήσεων, ο όντως ευφυής Manion αντιλαμβάνεται το πνεύμα του συνηγόρου του και δίνει την κατάλληλη απάντηση: «Πρέπει να είχα τρελαθεί»
Αφού εκμαίευσε αυτό που ζητούσε, φεύγοντας από το κελί ο Biegler τον προτρέπει: «Στο μεταξύ, δες αν μπορείς να θυμηθείς πόσο τρελός ήσουν». Αν και με ήπια καθοδήγηση, ο Manion στοιχίζεται στην υπερασπιστική γραμμή, και είτε θυμάται είτε κατασκευάζει τα γεγονότα για να υποστηρίξει αυτή τη στρατηγική.
Όλα λοιπόν είναι θέμα χειραγώγησης. Η απόφαση των ενόρκων εξαρτάται από τη δύναμη πειθούς του δικηγόρου και του εισαγγελέα. Η αλήθεια δεν έχει καμία σημασία ούτε για τον Biegler, ούτε για τον Dancer. Η δίκη είναι ένα παιχνίδι επιρροών και στρατηγικής, όπου ο κάθε παίκτης κινεί τα πιόνια του και επιδιώκει να διαβάσει το «παιχνίδι» του αντιπάλου.
Στην «Ανατομία» φθάνει στο απόγειο του το στατικό, ψυχρό, σχολαστικά διερευνητικό ύφος της σκηνοθεσίας του Otto Preminger. Η μινιμαλιστική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Sam Leavitt, σε συνδυασμό με τη μουσική υπόκρουση του Duke Ellington δημιουργούν την κατάλληλη σκοτεινή ατμόσφαιρα. Ο Preminger παντρεύει τις εικόνες του με την τζαζ μουσική του Duke Ellington, που λειτουργεί ως συνδετικός ιστός όλης της ταινίας.
Είναι πράγματι πολύ πικρή και κυνική η εικόνα της ανθρώπινης δικαιοσύνης που μας παρουσιάζει ο Preminger. Μια δικαιοσύνη για την οποία τελικά δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια. Η αφήγηση, ενώ αποκαλύπτει όλο και περισσότερα στοιχεία καθώς προχωρά η δίκη, τόσο περισσότερο θολώνει την κατάσταση και κάνει την αλήθεια όλο και λιγότερο απτή για τον θεατή. Τελικά, ο κατηγορούμενος ενήργησε με πλήρη συνείδηση; Ή βρισκόταν σε κατάσταση παράνοιας λόγω «ακατανίκητης παρόρμησης»; Η αμφισημία της πλοκής αντικατοπτρίζει την ηθική ασάφεια της ταινίας, και αυτό στοιχειώνει για πάντα τον θεατή.
Βαθμολογία: