Ένα φαινομενικά αθώο και χαλαρό παιχνίδι μεταξύ εφήβων έχει ως αποτέλεσμα τον δαιμονισμό ενός εξ αυτών, του Μάρκους. Για να τον σώσουν, τα αδέρφια και οι φίλοι του καλούνται να συμμετέχουν σε μια σειρά δαιμονικών παιχνιδιών, όπου η νίκη αποτελεί μονόδρομο αφού η ήττα συνεπάγεται τον θάνατο των χαμένων…

Σκηνοθεσία:

Eren Celeboglu

Ari Costa

Κύριοι Ρόλοι:

Asa Butterfield … Marcus Fletcher

Natalia Dyer … Billie Fletcher

Laurel Marsden … Sophie

Benjamin Evan Ainsworth … Jo Fletcher

Annabeth Gish … Kathy Fletcher

Kolton Stewart … Pete

Marina Stephenson Kerr … Joanna Good

Erik Athavale … θείος Bob

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: J.J. Braider, Eren Celeboglu, Ari Costa

Παραγωγή: Angela Russo-Otstot, Kassee Whiting, John Zois

Μουσική: Alex Belcher

Φωτογραφία: Ricardo Diaz

Μοντάζ: Louis Cioffi

Σκηνικά: Diana Magnus

Κοστούμια: William Ng

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: All Fun and Games
  • Ελληνικός Τίτλος: Παιχνίδια Θανάτου

Παραλειπόμενα

  • Πρώτη μεγάλου μήκους ταινία για το δίδυμο Eren Celeboglu και Ari Costa.
  • Ο βετεράνος ηθοποιός Keith David ακούγονταν ότι θα συμπεριληφθεί στο καστ.
  • Στη χώρα του, τις ΗΠΑ, κυκλοφόρησε ταυτόχρονα στο ίντερνετ και σε μια μικρής εμβέλειας διανομή στις αίθουσες.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 28/11/2023

Παιχνίδια Θανάτου… ή σύμφωνα με τον πρωτότυπο τίτλο, όλο παιχνίδι και χαρά. Ταιριάζει αυτό το εύθυμο στοιχείο καθότι έχουμε να κάνουμε με ένα teenage horror, όχι ιδιαίτερο πετυχημένο -αλλά υπάρχουν άραγε πετυχημένα teenage horror; Ναι υπάρχουν!.. Αυτό δεν είναι ένα από αυτά παρότι έχει τις αρετές του. Ας δούμε λίγο με τι έχουμε να κάνουμε. Βρισκόμαστε στο Σάλεμ -όπου για λόγους διασκέδασης θα το επιτρέψουμε- όπου βλέπουμε στην εισαγωγή ότι έχει προκύψει ένα πραγματικό μακελειό. Φλασμπάκ, και έχουμε μια παρέα εφήβων, ανηλίκων μάλλον πιο σωστά διαφόρων ηλικιών, οι οποίοι ανακαλύπτουν ένα καταραμένο μαχαίρι από το οποίο ξεπηδά ένας δαίμονας και τους αναγκάζει να παίξουν μια σειρά από αθώα φαινομενικά παιχνίδια, τα οποία όμως οδηγούν τους συμμετέχοντες στον θάνατο. Κοινώς, δεν υπάρχουν νικητές, μόνο επιζώντες.

Για να ξεκινήσω με τα ελάχιστα καλά που έχει να προσφέρει αυτή η ταινία και στο πλαίσιο της επαγγελματικής κινηματογραφικής κριτικής, έχει δύο πολύ καλές ερμηνείες από τους κεντρικούς πρωταγωνιστές της, τον Άσα Μπάτερφιλντ, που και μόνο από το Sex Education μπορεί να δει κανείς τις υποκριτικές του ικανότητες, και τη Νατάλια Ντάιερ του Stranger Things. Κατευθείαν λοιπόν βλέπουμε πού βασίζει η ταινία την αποδοχή της από το κοινό, και αν κάποιος έχει λίγη καλή θέληση μπορεί να αφήσει αυτούς τους δύο πετυχημένους ηθοποιούς να τον παρασύρουν.

Η ταινία βέβαια δεν κάνει και πολλά για να τους εκμεταλλευτεί, θα έλεγα ότι παίζουν μάλιστα με μεγαλύτερη προσήλωση τους ρόλους τους από ό,τι τους ζητείται και μπράβο τους γι’ αυτό. Τώρα, αν ψάχναμε να το δούμε θεματικά, η ταινία επιχειρεί να προκαλέσει τον τρόμο βουτώντας στις φοβίες της παιδικής ηλικίας, που προκύπτουν από το κρυφό μακάβριο περιεχόμενο παιχνιδιών και ιστοριών, πχ ένα από τα παιχνίδια που παίζεται εδώ είναι η κρεμάλα. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι ο σαδιστικός χαρακτήρας που υποδύεται ο Μπάτερφιλντ. Από ‘κει και πέρα δεν προκαλείται κάποια ουσιαστική συναισθηματική σύνδεση μεταξύ τους, παρότι το σενάριο προσπαθεί να εντάξει το στοιχείο της οικογένειας, οι περισσότεροι χαρακτήρες είναι συγγενείς μεταξύ τους, κάτι που θα έκανε τον φόβο των παιδιών να έχει μια περισσότερο ρεαλιστική βάση, να ήταν μια μεταφορά για τον φόβο τους γύρω από τους ανήλικους συγγενείς τους και τις συμπεριφορές, που εδώ συνδυάζονται με το μεταφυσικό στοιχείο. Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο που να αξιοποιείται κατάλληλα, παρότι υπάρχει σαν ιδέα μέσα στο σενάριο, και πιθανότατα αυτός είναι και ο λόγος που ο δαίμονας δεν αποκτά κάποιο backstory που να εξηγεί ικανοποιητικά τι κίνητρο έχει για όλο αυτό. Αυτό ενδεχομένως να είναι και καλό στη συγκεκριμένη ταινία, καθώς φαίνεται ότι σκηνοθετικά δεν μπορεί να στηρίξει και πολύ exposition χωρίς να φαίνεται δήθεν. Υπάρχουν κάποια creepy σημεία χάρη σε μια αλλόκοτη ατμόσφαιρα που δημιουργεί η φωτογραφία, χωρίς να υπάρχει το υπερβολικό χρωματικό πείραγμα που χρησιμοποιείται ασύδοτα πλέον, σαν οι σκηνοθέτες να είχαν στο πίσω μέρος του μυαλού τους τη λογική του Texas Chainsaw Massacre, αλλά εκεί που έλεγα κάτι πάει να φτιάξει, ερχότανε συνέχεια ένα jump-scare και χάλαγε όλη την ατμόσφαιρα. Η ταινία βασίζεται πάρα πολύ στην ηχητική ένταση για να δημιουργήσει την αίσθηση της ανασφάλειας και ότι κάτι κακό έρχεται να σε αρπάξει, σε τόσο έντονο βαθμό όμως που καταλήγει προβλέψιμο και αδιάφορο.

Η ταινία είναι πάρα πολύ μικρή σε διάρκεια, κρατάει μόλις 75 λεπτά, και από τη μια μοιάζει και σαν κάτι ημιτελές γιατί με αυτό το κόνσεπτ θα υπήρχαν πάρα πολλοί δρόμοι για να εκμεταλλευτεί σε αφήγηση, αλλά εντέλει αυτό είναι που τη σώζει, γιατί πραγματικά φαίνεται να της λείπει η έμπνευση σε τέτοιο βαθμό που με το ζόρι την ανέχεσαι ακόμα και σε αυτή την έκταση χρόνου που σου ζητάει να της αφιερώσεις.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *