Ο Xοακίν είναι ένας ανάπηρος τεχνικός κομπιούτερ που έχει παγιδευτεί από την επικείμενη κατάσχεση του σπιτιού του, λόγω χρεών στην τράπεζα. Προσπαθώντας να σώσει την κατάσταση, νοικιάζει το ένα δωμάτιο στην Μπέρτα, μια χορεύτρια εξωτικών χορών, και την Μπέτι, την εξάχρονη αδελφή της. Ο Xοακίν υποφέρει από την ανάμνηση του χαμού σε δυστύχημα της συζύγου και της κόρης του, ενώ η Μπέρτα ζει το δικό της δράμα με την Μπέτι, που δύο χρόνια πριν σταμάτησε να μιλάει μυστηριωδώς. Η συμβίωση μετατρέπεται σε φιλία και η φιλία σε αισθηματικό ενδιαφέρον, όταν ο Xοακίν ανακαλύπτει τυχαία ότι η Μπέρτα είναι απλά ένα δόλωμα, σταλμένη από τον αρχηγό μιας μικρής συμμορίας που σκάβει ένα τεράστιο τούνελ στο διπλανό κελάρι, ώστε να ληστέψουν την τράπεζα.

Σκηνοθεσία:

Rodrigo Grande

Κύριοι Ρόλοι:

Leonardo Sbaraglia … Joaquin

Pablo Echarri … Galereto

Clara Lago … Berta

Uma Salduende … Betty

Federico Luppi … Guttman

Walter Donado … Canario

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Rodrigo Grande

Παραγωγή: Mariela Besuievsky, Pablo Echarri, Gerardo Herrero, Axel Kuschevatzky, Sofia Toro Pollicino, Vanessa Ragone, Martin Seefeld

Μουσική: Lucio Godoy, Federico Jusid

Φωτογραφία: Felix Monti

Μοντάζ: Leire Alonso, Manuel Bauer, Irene Blecua

Σκηνικά: Mariela Ripodas

Κοστούμια: Valentina Bari

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Al Final del Tunel
  • Ελληνικός Τίτλος: Στο Τέλος του Τούνελ
  • Διεθνής Τίτλος: At the End of the Tunnel

Κύριες Διακρίσεις

  • Καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ του Σιάτλ.
  • Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Leonardo Sbaraglia) και δεύτερο γυναικείο ρόλο (Laura Faienza) στα εθνικά βραβεία της Αργεντινής.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 19/9/2017

Ισπανόφωνων θρίλερ μυστηρίου συνέχεια από την ελληνική διανομή, αυτήν τη φορά με μια αργεντίνικη παραγωγή που αν μη τι άλλο ιντριγκάρει σαν σύλληψη. Εκτυλισσόμενη κατά το μεγαλύτερο κομμάτι της διάρκειάς της σε ασφυκτικούς εσωτερικούς χώρους ανεβάζοντας το θερμόμετρο της κλειστοφοβίας στα ύψη κι εκμεταλλεύοντας στο έπακρο τις δυνατότητες των ελάχιστων αυτών τετραγωνικών μέτρων, η ταινία του Rodrigo Grande μέχρι ένα σημείο δείχνει να έχει διδαχθεί αρκετά καλά τους καθορισμένους από παλαιοτάτων κινηματογραφικών χρόνων μηχανισμούς του σασπένς.

Η αλήθεια είναι πως η εκκίνηση είναι κάπως απότομη και βιαστική, ενώ στην προσπάθειά του ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος να παρέχει πληροφορίες για το μυστηριώδες παρελθόν του κεντρικού του χαρακτήρα με τον χιτσκοκικό (αλά “Rear Window”) τρόπο, με εικόνες και όχι με διάλογο, αποτίει μεν το δικό του φόρο τιμής, αλλά θυσιάζει και την ευκαιρία να αναλύσει καλύτερα τον πρωταγωνιστή του. Για να είναι όμως κανείς δίκαιος με την καίρια αυτή αδυναμία του φιλμ, την ελλιπή ανάπτυξη των ηρώων γενικότερα (τρανταχτό παράδειγμα ο στα όρια της υστερικής καρικατούρας στο χαρτί, όχι ευτυχώς και στην ερμηνευτική προσέγγιση, κακός που υποδύεται ο Pablo Echarri), το φιλμ ξεκαθαρίζει την πρωταρχική ταυτότητά του ως αυτή ενός αγωνιώδους θρίλερ που έχει ως κύριο στόχο του την οικοδόμηση έντασης, τη διατήρηση ενός σφιχτοδεμένου ρυθμού και το σφυροκόπημα ανατροπών. Αποδίδοντας τα του Καίσαρος τω Καισάρι, όλα αυτά επιτυγχάνονται ικανοποιητικά και προσφέρουν μια αν μη τι άλλο διασκεδαστική θέαση, δυστυχώς όμως υπάρχουν προβλήματα…

Ύστερα από την κάπως ατσούμπαλη αρχή που προαναφέρθηκε, το σενάριο βρίσκει ένα ρυθμό και προσκολλάται σε αυτόν, αποκαλύπτοντας σταδιακά όλες τις λεπτομέρειές του για τις καταστάσεις που στήνει. Όταν πλέον όλα είναι σαφή, τότε αρχίζουν να ανεβαίνουν οι ταχύτητες, οι εξελίξεις γίνονται καταιγιστικές και ο Grande φανερά απολαμβάνει τη φόρτιση που προκαλεί παίζοντας επιδέξια με το θεατή κι επαναπροσδιορίζοντας ενίοτε και τους ρόλους των ηρώων στην πλοκή. Όλο αυτό λειτουργεί σαγηνευτικά, δυστυχώς όμως, όσο πλησιάζει στην κατάληξή του, το “Al Final del Túnel” πυροβολεί τα πόδια του. Αυτό συμβαίνει γιατί ο δημιουργός έχει περιπλέξει τόσο πολύ προς το άσχημο την ιστορία ώστε στην προσπάθειά του να ξεμπερδέψει το κάνει με έναν εντελώς άτσαλο τρόπο, γεμάτο σεναριακές ευκολίες και συμπτώσεις όλες μαζεμένες και πακεταρισμένες στα τελευταία λεπτά προκειμένου να προκύψει ένα βολικά ευχάριστο φινάλε, μια λανθασμένη επιλογή καθώς δε δικαιολογείται ως κατάληξη από την ηθικά επιλήψιμη στάση του πρωταγωνιστή σε κάποια σημεία της πλοκής, ενώ φαντάζει και ως επιβαρυμένα γλυκερό, σε έντονη αντίθεση με το άκρως σκοτεινό κλίμα που επικρατεί στο μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας.

Δυστυχώς αυτές οι αποφάσεις που λαμβάνονται είναι και που υποβαθμίζουν το τελικό αποτέλεσμα και που αφήνουν μια επίγευση απογοήτευσης σε μια κατασκευή που φαίνεται στιβαρή για αρκετό χρονικό διάστημα μέχρι να αποκαλυφθεί η γύμνια του βασιλιά. Αν κάτι γλυκαίνει κάπως την πίκρα που αποκομίζεται, αυτό είναι οι ερμηνείες, κάτι που αποδεικνύεται κοινός παρονομαστής ποιότητας σχεδόν σε όλο το σύνολο των ταινιών του είδους του αστυνομικού θρίλερ που ομιλούν την ισπανική που έχουν βρει το δρόμο τους στις ελληνικές αίθουσες. Ο γνωστός από την ερμηνεία του στο ίσως καλύτερο σκετσάκι του εξαιρετικού “Relatos Salvajes” Leonardo Sbaraglia είναι άκρως μετρημένος ακόμη και στα ξεσπάσματά του, κατορθώνοντας να πλάσει μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα εκεί που το κείμενο αφήνει κενά, ενώ ακόμα καλύτερη είναι η Clara Lago σε ένα ρόλο με διπλή υπόσταση στου οποίου τις απαιτήσεις ανταποκρίνεται και με το παραπάνω πέρα από τη φρεσκάδα που αναδίδει και την εξωτερική της εμφάνιση. Σκέτη απόλαυση έστω και σαν δεύτερο «βιολί» είναι και ο συνεργαζόμενος στις ισπανόφωνες ταινίες του Guillermo del Toro Federico Luppi που δίνει το δικό του στίγμα.

Εν κατακλείδι, αν κάποιος κοιτάει μόνο το κομμάτι της ψυχαγωγίας, θα βρει σε αυτό το έργο μια αξιόλογη πρόταση, αν όμως το παρακολουθήσει με ενεργοποιημένη μια κριτική ματιά, τα ψεγάδια θα «χτυπήσουν» έντονα στο μάτι. Αξιοπρεπές, αλλά με μια καλύτερα γραμμένη κορύφωση θα μπορούσε να πετύχει περισσότερα.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

11 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *