Ο Μελ Μπέικερσφελντ είναι ο υπεύθυνος του αεροδρομίου του Λίνκολν κι έχει να αντιμετωπίσει μια χιονοθύελλα, έναν βομβιστή και την οργισμένη σύζυγο του. Η χιονοθύελλα είναι η χειρότερη των τελευταίων 25 χρόνων κι ο κίνδυνος είναι υψηλός για τις πτήσεις.

Σκηνοθεσία:

George Seaton

Henry Hathaway (βοηθητικός)

Κύριοι Ρόλοι:

Burt Lancaster … Mel Bakersfeld

Dean Martin …Vernon Demerest

Jean Seberg … Tanya Livingston

Jacqueline Bisset … Gwen Meighen

George Kennedy … Joseph ‘Joe’ Patroni

Helen Hayes … Ada Quonsett

Maureen Stapleton … Inez Guerrero

Van Heflin … D.O. Guerrero

Barry Nelson … Anson Harris

Dana Wynter … Cindy Bakersfeld

Lloyd Nolan … Harry Standish

Barbara Hale … Sarah Demerest

Jessie Royce Landis … Harriet DuBarry Mossman

Larry Gates … επίτροπος Ackerman

Whit Bissell … Κος Davidson

Virginia Grey … Κα Schultz

Merry Anders … Burt Ball

George R. Robertson … Richard Stout

Marion Ross … Joan Myers

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: George Seaton

Παραγωγή: Ross Hunter

Μουσική: Alfred Newman

Φωτογραφία: Ernest Laszlo

Μοντάζ: Stuart Gilmore

Σκηνικά: E. Preston Ames, Alexander Golitzen

Κοστούμια: Edith Head

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Airport
  • Ελληνικός Τίτλος: Διεθνές Αεροδρόμιο

Άμεσοι Σύνδεσμοι

  • Τζάμπο 747 εν Κινδύνω (1974)
  • Τζάμπο Τζετ στο Τρίγωνο του Διαβόλου (1977)
  • Πτήση Κόνκορντ: Απειλή στα 20.000 Μέτρα (1979)

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Airport του Arthur Hailey.

Κύριες Διακρίσεις

  • Όσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου (Helen Hayes). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, δεύτερο γυναικείο ρόλο (Maureen Stapleton), διασκευασμένο σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, σκηνικά, κοστούμια και ήχο.
  • Χρυσή Σφαίρα δεύτερου γυναικείου ρόλου (Maureen Stapleton). Υποψήφιο για καλύτερη ταινία (δράμα), δεύτερο αντρικό ρόλο (George Kennedy) και μουσική.
  • Υποψήφιο για Bafta δεύτερου γυναικείου ρόλου (Maureen Stapleton).

Παραλειπόμενα

  • Η ταινία καθόρισε τις περίφημες ταινίες καταστροφής της δεκαετίας του 1970 και μαζί τον all-star-cast χαρακτήρα τους. Γνώρισε τρία σίκουελ, όλα κατώτερης επιτυχίας.
  • Κεντρική επιρροή ήταν το Όταν Σημάνει η Ώρα (The High and the Mighty) του 1954.
  • Έσχατοι κινηματογραφικοί ρόλοι για τους Van Heflin και Jessie Royce Landis.
  • Τελευταία ταινία για τον παραγωγό Ross Hunter στη Universal, μετά από θητεία 17 ετών στις τάξεις του στούντιο.
  • Τα γυρίσματα έγιναν στο αερολιμένα Μινεάπολη-Σεντ Πολ, αλλά ενώ οι βαριοί χειμώνες της περιοχής ήταν που επηρέασαν την επιλογή του, το χιόνι χρειάστηκε να παραχθεί από πλαστικό. Το εσωτερικό όμως του αεροπλάνου είναι σε πλατό στα Universal Studios, και εκτός του ότι ανανεώθηκε για το σίκουελ του 1975, έμεινε γνωστό ως Stage 747 και η εταιρία το χρειάστηκε και για άλλες της ταινίες και σειρές.
  • Ως μοντέλο για το Boeing 707 τις ώρες που ίπταται χρησιμοποιήθηκε ένα 707-349C, που το 1989 συνετρίβη στο Σάο Πάολο.
  • Με 10,2 εκατομμύρια δολάρια προϋπολογισμό, είχε απολογισμό στα ταμεία 128,4.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Τελευταία μουσική σύνθεση στη ζωή του Alfred Newman. Η υγεία του ήταν ήδη επιμορφωμένη κατά της συγκεκριμένης του εργασίας, και σύμφωνα με έγκυρες πηγές δεν μπόρεσε να διευθύνει ο ίδιος την ορχήστρα. Το σάουντρακ όμως αναγράφει ότι ήταν αυτός που τη διεύθυνε, κάτι που ουσιαστικά δεν έχει ξεδιαλυθεί επίσημα. Με αυτή του όμως τη μεταθανάτια υποψηφιότητα στα Όσκαρ, είχε φτάσει τις 45 και είχε γίνει ο συνθέτης με τις πιο πολλές υποψηφιότητες ως τότε.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 23/11/2017

Από τις πλέον αδικαιολόγητες πολλαπλές συμμετοχές στα Όσκαρ (ακόμα και για καλύτερη ταινία), αλλά διόλου αδικαιολόγητα εμπορική επιτυχία. Η ταινία του George Seaton δεν είναι τίποτα σπουδαίο, ειδικά με το πέρασμα των χρόνων φθίνει συνεχώς η αξία της, αλλά πέτυχε να χτίσει στην κυριολεξία δύο είδη οπτικής κουλτούρας. Καταρχάς και κύρια, δεν είναι μονάχα η μητέρα των ταινιών καταστροφής όπως αυτές θα ευημερούσαν κατά τη δεκαετία του 1970, αλλά καθιέρωσε άμεσα το ύφος τους: πολυπρόσωπο και all-star καστ, δράμα παράλληλα με τη δράση, ίντριγκα ανάμεσα στους ήρωες και «σαπουνόπερα». Αυτό το τελευταίο είναι η δεύτερη κύρια συνδρομή του φιλμ στον κόσμο του θεάματος, αφού περισσότερο από κάθε άλλη ταινία καταστροφής, στην ουσία είναι ένα καθαρό μελόδραμα. Ελάχιστα ενδιαφερόμαστε για την αγωνία του όλου θέματος (πρέπει να αναμένεις το φινάλε για να ανέβει κάπως η αδρεναλίνη), και πιότερο για τις σχέσεις ανάμεσα στους πολλούς χαρακτήρες. Ίσως να φταίνε και οι κινηματογραφικές εμπειρίες του Seaton, προσθέστε και την ηλικία του όταν το σκηνοθετούσε, αλλά ενώ το φιλμ κηρύττει το νέο, είναι εντέλει κάτι το ήδη γερασμένο, κουρασμένο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι το έργο δεν παίρνει πολλά από τη λάμψη του λαμπρού επιτελείου ηθοποιών του, αφού μονάχα και το να παρακολουθείς ένα τόσο άφθονο και σπουδαίο καστ στην ίδια ταινία, κάνει το μάτι σου να χαίρεται. Από την άλλη, ως μελόδραμα έχει αρκετά καλά στοιχεία, τουλάχιστον εκεί που δεν κουράζει. Τέλος, η παρουσία της Helen Hayes στον βραβευμένο με Όσκαρ ρόλο της παμπόνηρης γριούλας είναι όαση ερμηνείας. Μια ταινία καθαρά κοινού, και μάλιστα αυτού που ετοιμάζονταν τότε να κολλήσει στους τηλεοπτικούς του δέκτες (η δεκαετία άλλωστε εκείνη ήταν καταλύτης για την αμερικανική τηλεόραση). Μην το αποφύγετε, κι όσο κι αν σας δημιουργήσει απορίες μετά το πέρας της θέασης, είναι κλασικό και ιστορικής αξίας.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *