
Ad Astra
- Ad Astra
- 2019
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Ιαπωνικά, Ρωσικά
- Δραματική, Επιστημονικής Φαντασίας, Έπος, Μυστηρίου, Περιπέτεια
- 19 Σεπτεμβρίου 2019
Ο αστροναύτης Ρόι ΜακΜπράιντ ταξιδεύει στα πέρατα του ηλιακού συστήματος για να βρει τον χαμένο πατέρα του, και να διαλευκάνει ένα μυστήριο που απειλεί την επιβίωση του πλανήτη. Το ταξίδι του θα φέρει στην επιφάνεια μυστικά που θέτουν υπό αμφισβήτηση τη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης και τη θέση μας στο σύμπαν.
Σκηνοθεσία:
James Gray
Κύριοι Ρόλοι:
Brad Pitt … Roy McBride
Tommy Lee Jones … Clifford McBride
Liv Tyler … Eve McBride
Ruth Negga … Helen Lantos
Donald Sutherland … συνταγματάρχης Pruitt
John Finn … Stroud
Kimberly Elise … Lorraine Deavers
LisaGay Hamilton … Amelia Vogel
John Ortiz … στρατηγός Rivas
Loren Dean … Donald Stanford
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: James Gray, Ethan Gross
Παραγωγή: Dede Gardner, James Gray, Anthony Katagas, Jeremy Kleiner, Yariv Milchan, Brad Pitt, Rodrigo Teixeira
Μουσική: Max Richter
Φωτογραφία: Hoyte Van Hoytema
Μοντάζ: John Axelrad, Lee Haugen
Σκηνικά: Kevin Thompson
Κοστούμια: Albert Wolsky
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Ad Astra
- Ελληνικός Τίτλος: Ad Astra
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ ήχου.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας.
Παραλειπόμενα
- Το σχέδιο ανακοινώθηκε το 2016, κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ των Κανών, με τον Gray να δηλώνει πως θέλει να έχει την πλέον ρεαλιστική απεικόνιση ενός διαστημικού ταξιδιού που έχει βγει ποτέ σε ταινία. Επίσης, το σύγκρινε με την περίφημη νουβέλα Heart of Darkness του Joseph Conrad. Ως επιρροές ανάφερε το 2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος και το Αποκάλυψη Τώρα.
- Λόγω φτωχών αντιδράσεων στις δοκιμαστικές προβολές, έγιναν αρκετά επαναληπτικά γυρίσματα, στα οποία όμως ο Brad Pitt δεν ήταν παρών. Λόγω αυτού, το μπάτζετ ανέβηκε από τα 80 στα 100 εκατομμύρια δολάρια.
- Η συμμετοχή του Jamie Kennedy κόπηκε στο τελικό μοντάζ. Παρόλα αυτά υπήρχε στην προβολή για τα IMAX, έστω και στιγμιαία.
- Η αφήγηση προστέθηκε την τελευταία στιγμή, ενώ μέρος της γράφτηκε από τον Charlie Kaufman.
- Ο τίτλος μεταφράζεται στα λατινικά ως “στα αστέρια”.
Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur
Έκδοση Κειμένου: 19/9/2019
Τολμηρή και φιλόδοξη, η κατά James Gray («The Immigrant», «The Lost City of Z») «Οδύσσεια του Διαστήματος» είναι μια ακριβή χολιγουντιανή ταινία δημιουργού, ένας μπλοκμπαστερικός… διαλογισμός με blade-runner-ικές σινε-φιλοδοξίες. Ξεκινώντας από εκείνους τους υπνωτιστικούς sci-fi ρυθμούς του Ridley Scott, περνώντας στη συνέχεια από την εικονοπλασία του -ποιου άλλου;- «2001», αλλά και του τηλεοπτικού «Black Mirror», και καταλήγοντας στη σημειολογία του «Gravity» και τις αναζητήσεις της πρόσφατης «Μαύρης Τρύπας», ο Gray συνθέτει ένα δοκίμιο βαθιά υπαρξιακό και κινηματογραφικά αφαιρετικό.
Η αποστολή ενός εξαιρετικού Brad Pitt προς την αναζήτηση του πατέρα του, εξωγήινης ζωής, αλλά και της… σωτηρίας του κόσμου δεν είναι αγωνιώδης. Δεν έχει την αίσθηση υψηλών διακυβευμάτων, ούτε παίρνει νολανικά επικές διαστάσεις, παρότι κατά καιρούς φλερτάρει με μια αφηγηματική αμετροέπεια αντίστοιχη του «Interstellar». Αργοί ρυθμοί, νωχελικό voice-over και μόνιμα υπνωτιστική μουσική υπόκρουση από τον Max Richter αποσκοπούν στο να προσφέρουν μια καθαρά διαλογιστική εμπειρία. Η δράση μάς κρατά συναισθηματικά απόμακρους (η κίνηση βραδαίνει ανάλογα τις συνθήκες βαρύτητας, ο ήχος σωπαίνει κατά την απουσία αέρα), και η σκηνοθεσία αγκαλιάζει την αφαίρεση, ενθαρρύνοντας τον συνειρμό και την ονειροπόληση. Ο χώρος τέμνεται εννοιολογικά με τον χρόνο, το ταξίδι στα πέρατα του αχανούς σύμπαντος γίνεται κι ένα ταξίδι στα μάκρη του ατομικού παρελθόντος, ενώ ο συμπαντικός μακρόκοσμος σφιχταγκαλιάζεται με τον προσωπικό μικρόκοσμο, και το σκοτεινό βάθος του διαστήματος γίνεται το σκοτεινό βάθος της ανθρώπινης ψυχής.
Η ψυχαναλυτική υπόσταση του -δεμένου με ομφάλιο λώρο με τον γιο- πατέρα (Tommy Lee Jones) μπορεί να κατηγορηθεί ως εύκολη ή παρωχημένη, μόνο που κανείς δεν μας περιορίζει σε μια κυριολεκτική οπτική της πατρικής φιγούρας -είναι τόσο Μπαμπάς όσο είναι και Παρελθόν, όσο είναι και εναλλακτικός Εαυτός, σαν άλλος «Άνθρωπος Αντίγραφο» (2013). Είναι το απεγνωσμένο κυνήγι της εξωγήινης ζωής, του -οποιουδήποτε- Άλλου, του νοήματος. Είναι η αδυναμία αποδοχής της υπαρξιακής μοναξιάς και της -προφανούς;- ματαιότητας, είναι το αδιέξοδο της αναζήτησης. Μα το αδιέξοδο, η έλλειψη απαντήσεων, είναι η απάντηση. Αυτό που ψάχνουμε βρίσκεται εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, ήταν πάντα μπροστά μας, είναι εκείνο που αγνοήσαμε. Ο James Gray χτίζει μια ολόκληρη, προϋπολογισμού 80 εκατομμυρίων δολαρίων αφήγηση γύρω από αυτόν τον προσωπικό εσωτερικό διάλογο, που τελικά δεν είναι καν τόσο μεγαλεπήβολα φιλοσοφικός όσο είναι τρυφερά ενδοσκοπικός.
Κι όμως, δεν μιλάμε για αριστούργημα, παρόλο που πρέπει να αναγνωρίσουμε περήφανα την τόλμη μιας τόσο ιδιοσυγκρασιακής χολιγουντιανής δημιουργίας. Περιέργως, ο Gray δεν παραπατά σε κάποια ανάγκη συμβιβασμού της νοηματικής του για χάρη της εμπορικότητας. Ίσα-ίσα, παραμένει ως τέλους εντυπωσιακά αφοσιωμένος στο να διατυπώσει με ευαισθησία τις παραπάνω προβληματικές, ακόμα κι αν κάποιοι επιμέρους συμβιβασμοί μοιάζουν να έχουν γίνει: δυο-τρεις (αντισυμβατικά κατασκευασμένες) σκηνές δράσης μοιάζουν βεβιασμένες και λίγο ξέμπαρκες, ενώ το κατά τ’ άλλα αφαιρετικό voice-over τείνει συχνά προς την περιττή επεξήγηση.
Εκεί που υπάρχει τελικά το ουσιαστικό μας παράπονο, είναι, παραδόξως, στο πρώτο επίπεδο αφήγησης. Μια ιστορία χτισμένη αυστηρά γύρω από τις βαθύτερες θεματικές της δεν παύει να υπόκειται σε αφηγηματικές απαιτήσεις, και η ισχνή, μα δίωρης διάρκειας πλοκή των Gray και Ethan Gross μάς αφήνει με ενστάσεις. Αισθητές κοιλιές, περιστασιακή φλυαρία και ένα αμφιλεγόμενο -άστοχο κατ’ εμάς- χρονικό μπρος-πίσω ξεφουσκώνουν ως έναν βαθμό μια ιστορία υψηλής σκηνοθετικής δεξιότητας και μικρού αφηγηματικού ενδιαφέροντος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το αμήχανα δομημένο -αν όχι ψαλιδισμένο στο μοντάζ- φινάλε, όπου οπτικά σύμβολα, εννοιολογικοί συνειρμοί και επεξηγηματικό voice-over παίρνουν πλήρως τη σκυτάλη από τη σχηματική πλοκή.
Σίγουρα, όμως, το «Ad Astra» πρόκειται για αξιόλογο, καλλιτεχνικό κινηματογράφο, που δεν απευθύνεται στις μάζες αλλά σε θεατές με φιλοσοφικές ανησυχίες και, αν μη τι άλλο, υπομονή. Σαν καλή σινε-τελετουργία, έχει πράγματα να μας δώσει αν αφεθούμε στα χέρια του, στους ρυθμούς του και στη συνειρμική, αφαιρετική λογική του. Κι άλλωστε, ξεψαχνίζοντάς το ως πεζή αφήγηση μάλλον χάνουμε το νόημα.
Βαθμολογία: