Η όμορφη κόρη μιας ξεπεσμένης αθηναϊκής αριστοκρατικής οικογένειας που πασχίζει να διατηρήσει το πρόσχημα της ευημερίας, ενώ στην πραγματικότητα πνίγεται απ’ τα χρέη, πιέζεται από τη μητέρα της να πνίξει τα συναισθήματά της και να παντρευτεί έναν πλούσιο.

Σκηνοθεσία:

Μιχάλης Κακογιάννης

Κύριοι Ρόλοι:

Έλλη Λαμπέτη … Χλόη Πέλλα

Μιχάλης Νικολινάκος … Γαλανός

Γεώργιος Παππάς … Κλέων Πέλλας

Ελένη Ζαφειρίου … Κατερίνα

Αθηνά Μιχαηλίδου … Ρωξάννη Πέλλα

Δημήτρης Παπαμιχαήλ … Μάρκος

Δέσπω Διαμαντίδου … Καίτη

Μηνάς Χρηστίδης … Νίκος Δρίτσας

Ζωρζ Σαρή … Λιλίκα

Βασίλης Καΐλας … Βασιλάκης

Νίκος Φέρμας … Θόδωρος

Δήμητρα Ζέζα … Πόπη

Δημήτρης Χοπτήρης … φίλος της Χλόης

Μαίρη Χρονοπούλου … φίλη της Χλόης

Δέσποινα Νικολαΐδου … φίλη της Χλόης

Νίκος Κούρκουλος … φίλος της Χλόης

Ξένια Καλογεροπούλου … νεαρή στο ιστιοφόρο

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Μιχάλης Κακογιάννης

Παραγωγή: Θεοφάνης Δαμασκηνός, Βίκτωρ Μιχαηλίδης, Φιλοποίμην Φίνος, Anis Nohra

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

Φωτογραφία: Walter Lassally

Μοντάζ: Γιώργος Τσαούλης

Σκηνικά: Γιάννης Τσαρούχης

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Το Τελευταίο Ψέμμα
  • Διεθνής Τίτλος: A Matter of Dignity
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Το Τελευταίο Ψέμα

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Bafta ξένης ηθοποιού (Έλλη Λαμπέτη).
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.

Παραλειπόμενα

  • Συμπαραγωγή της Φίνος Φιλμ με την εταιρία Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης, αλλά τα δικαιώματα εκμετάλλευσης ανήκουν πλέον στην Καραγιάννης-Καρατζόπουλος.
  • Ντεμπούτο για τον μικρό Βασίλη Καΐλα σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών. Τον μικρό ηθοποιό συνάντησαν τυχαία ο Κακογιάννης και η Λαμπέτη, και ζήτησαν από τους γονείς του να παίξει στην ταινία. Στην αυτοβιογραφία του, ο ηθοποιός μίλησε για το πρώτο του γύρισμα στην Αράχοβα στο οποίο -όπως αποκάλυψε- κινδύνεψε: «Με πήγαν σε έναν γκρεμό και μου είπαν να πιαστώ από έναν θάμνο και να αρπάξω ένα κόκαλο από μπριζόλα που μου είχαν πετάξει κάποιοι πλούσιοι για να το φάω». Ο θάμνος όμως ήταν ξεριζωμένος, και ο μικρός Καΐλας κουτρουβάλησε πάνω σε κουβέρτες που κρατούσαν οι τεχνικοί για να μη χτυπήσει. «Τρόμαξα, αλλά φαίνεται ότι ήμουν αρκετά πειστικός. Έτσι δεν χρειάστηκε να ξαναγίνει το πλάνο. Ευτυχώς, γιατί νομίζω ότι δεν θα το ξαναέκανα».
  • Ντεμπούτο και για την Ξένια Καλογεροπούλου, αλλά σε πολύ μικρό ρόλο. Πρώτη ταινία ήταν και για τον Μηνά Χρηστίδη, τον Δημήτρη Χοπτήρη και την Αθηνά Μιχαηλίδου.
  • Ο ίδιος ο Κακογιάννης εμφανίζεται στη σκηνή του πάρτι, ενώ για μοναδική φορά εμφανίστηκε μπροστά από την κάμερα ο σκηνογράφος Μάρκος Ζέρβας (ως Κος Μάτεσης).
  • Μετά το τέλος των γυρισμάτων της ταινίας, ο μεγάλος θεατρικός ηθοποιός Γιώργος Παππάς μπήκε στον Ευαγγελισμό για συμπληρωματικές εξετάσεις και δεν ξαναβγήκε ποτέ.
  • Με 50.156 εισιτήρια, ήρθε στην 5η θέση ανάμεσα σε 31 ελληνικές ταινίες της σαιζόν.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Η μουσική του Χατζιδάκι κυκλοφόρησε σε βινύλιο μόλις το 1990.

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 14/2/2021

Η Χλόη είναι η γοητευτική μοναχοκόρη μιας αριστοκρατικής αθηναϊκής οικογένειας που βρίσκεται στα πρόθυρα της οικονομικής καταστροφής. Ο πατέρας της έχει λυγίσει από το ψυχικό φορτίο των συσσωρευμένων χρεών, και η μητέρα της την πιέζει να παντρευτεί έναν πλούσιο ελληνοαμερικανό εφοπλιστή προκειμένου η οικογένεια να διαφύγει των οικονομικών αδιεξόδων της. Εκείνη διστάζει· ο γάμος αυτός διαφαίνεται ως ένα χρυσό κλουβί, τα νιάτα της είναι γλυκά, η ανάγκη της για γνήσιο συναίσθημα ασίγαστη. Παράλληλα, ουσιώδης μητρική φιγούρα -στον αντίποδα μιας απόμακρης μητέρας- είναι για τη Χλόη η οικονόμος του σπιτιού, η Κατερίνα, η οποία ακολουθεί πιστά την οικογένεια παρότι οι οικονομικές υποχρεώσεις της προς αυτήν έχουν αθετηθεί. Η σχέση των δύο γυναικών είναι η μήτρα του βασικού δράματος στο «Τελευταίο Ψέμα», με την οικονόμο να απευθύνεται στη νεαρή για υποστήριξη και την τελευταία να αποτυγχάνει να την παράσχει.

Η δεκαετία του 1950 αποτέλεσε για τον Μιχάλη Κακογιάννη μια ιδιαίτερα παραγωγική περίοδο. Παρότι η διεθνής καταξίωση έφτασε με τον πολυθρύλητο Ζορμπά στα μέσα της δεκαετίας του 1960, είναι οι ταινίες του με την Έλλη Λαμπέτη και η «Στέλλα» που θυμίζουν ότι ο Κακογιάννης αποτέλεσε έναν auteur του ελληνικού σινεμά. Στην προκείμενη ταινία δεν παρατηρεί κανείς την εξωστρέφεια της «Στέλλας» ή την τραγική ένταση της «Γυναίκας με τα Μαύρα». Είναι η πιο χαμηλόφωνη ταινία του δημιουργού, και ταυτόχρονα εκείνη στην οποία θαυμάζει κανείς την εναργέστερη έκφραση της ματιάς του. Ένας τόπος συνδηλώσεων όπου η υπόσχεση ενός κοινωνικού μελοδράματος τρέπεται σε λαογραφική τραγωδία ζηλευτής αυθεντικότητας.

Μπορεί λοιπόν κανείς στο «Τελευταίο Ψέμα» να μη συναντά τη σαγήνη της λαϊκής Αθήνας ή τη γοητεία της νησιώτικης αύρας, αλλά γίνεται μάρτυρας ενός πρωτοφανούς για τα δεδομένα της ελληνικής κινηματογραφίας συνδυασμού των «Υπέροχων Αμπέρσονς» του Όρσον Γουέλς με τη νεορεαλιστική ματιά του ιταλικού σινεμά. Είναι η ιστορία μιας αριστοκρατίας που παραπαίει, σε μια πόλη που μεταβάλλεται και ετοιμάζεται να καλωσορίσει τα χαρτονομίσματα των νεόπλουτων που θα την ανοικοδομήσουν. Μίας κοντόφθαλμης τάξης «ευγενών» που απέτυχε να προσαρμοστεί σε μια νέα μεταπολεμική εποχή για τη χώρα, εξαιτίας μιας αφέλειας που έμφυτα διέθετε, συνηθισμένη στα όμορφα σπίτια που τόσο μάταια πασχίζει να διατηρήσει.

Ο Κακογιάννης δεν ντύνει τους αριστοκράτες με περιττή γοητεία· τους παρουσιάζει ως ένα απομεινάρι που μάχεται να μη βγει από το κάδρο με φθηνά τεχνάσματα. Τους αντιδιαστέλλει με τη νεανική ορμή της Χλόης, την οποία θα στερηθεί μαζί με την υπερηφάνεια της όταν ετοιμάζεται να ενδώσει σε έναν συμφεροντολογικό γάμο για να διασώσει την οικογενειακή τιμή. Μόνο που η τιμή αυτή είναι ένα καλογυαλισμένο προσωπείο, πίσω από το οποίο κρύβεται η αναξιοπρέπεια των έκπτωτων από την Εδέμ του πλούτου.

Το «Τελευταίο Ψέμα» είναι ένα δράμα πρωτίστως γυναικών. Οι ανδρικοί χαρακτήρες είναι ουσιαστικά περιφερειακοί και η δράση κινείται από τις ενέργειες της Χλόης, της οικονόμου και της μητέρας. Στο πρόσωπο της τελευταίας μάλιστα απαντώνται και οι πιο καταλυτικές διαπιστώσεις του φιλμ, καθώς αυτή στέκει αδίστακτη μέσα στην οικονομική απόγνωσή της, κυριαρχούμενη από την αίσθηση ότι ο κόσμος τής χρωστάει, και η ίδια ως μέλος της αριστοκρατίας τελεί υπεράνω κοινωνικών εξελίξεων και νόμων. Βέβαια, ο Κακογιάννης δεν κηρύττει έναν ξύλινο φιλολαϊκό λόγο· δημιουργεί μια πολυδιάστατη χαρακτηρολογία μέσα από την οποία προκύπτουν με απόλυτη δραματουργική συνέπεια όσα θέλει να επισημάνει.

Η τραγωδία του φιλμ έγκειται στην ίδια τη φύση της υποκρισίας της μπουρζουαζίας: θαρρεί κανείς πώς όλη αυτή η αριστοκρατική φαυλότητα που απειλεί να ξεπαστρέψει τη νιότη της Χλόης προτού της επιτρέψει να τη ζήσει είναι σχεδόν υποχρεωτική συνθήκη. Είναι τέτοιος ο εθισμός στον δεδομένο τρόπο ζωής που κάνει οποιαδήποτε άλλη επιλογή να μοιάζει με οδό που οδηγεί προς την κόλαση επί της γης. Το μέγεθος της συναισθηματικής συντριβής που υφίσταται η οικογένεια της Χλόης μπροστά στην απειλή της χρεοκοπίας είναι τόσο πελώριο και δυσβάσταχτο που προξενεί θλίψη.

Ο Κακογιάννης αξιοποιεί αποτελεσματικά τον φακό του βρετανού Γουόλτερ Λάσαλι που αποτυπώνει το άχρονο ελληνικό τοπίο ως πεδίο των ταξικών αναταράξεων που συμβαίνουν εντός της κοινωνίας. Παράλληλα, η αμφίσημη μουσική του Χατζιδάκι που μοιάζει να βρίσκεται με το ένα πόδι στην παράδοση και το άλλο σε πιο σύγχρονα ηχητικά μονοπάτια συνταιριάζει απόλυτα με τη αφήγηση που ισορροπεί ανάμεσα στο κλασικό μελόδραμα και τη μοντέρνα τραγωδία. Βέβαια, η ταινία δεν υφίσταται χωρίς την Έλλη Λαμπέτη.  Η περίφημη Ελληνίδα αποτελεί μία εκ των σπουδαιότερων ευρωπαίων ηθοποιών, και ερμηνεύει εδώ με αυθεντική κινηματογραφικότητα έναν ρόλο ο οποίος απαιτεί από αυτήν να σχηματίσει στο βλέμμα της ένα τρομακτικό φάσμα δυναμικών αντιφάσεων και ματαιωμένων ονείρων. Πλαισιώνεται βέβαια κι από ένα σπουδαίο καστ, με προεξάρχουσες μορφές αυτού την Ελένη Ζαφειρίου και τον μεγάλο θεατράνθρωπο Γιώργο Παππά, ενώ εμφανίζεται για πρώτη φορά και ο Βασιλάκης Καΐλας.

Συνολικά, πάντως, το «Τελευταίο Ψέμα», το οποίο στο εξωτερικό ταξίδεψε ως «A Matter of Dignity», είναι μια ταινία που ακόμα διεκδικεί τη θέση που της αρμόζει δίπλα στα επιφανέστερα έργα του Μιχάλη Κακογιάννη ως ένα κινηματογραφικά προοδευτικό και κοινωνικά ευαίσθητο δράμα. Ένα νηφάλιο και συνάμα συναισθηματικό φιλμ, η τελευταία σεκάνς του οποίου ανήκει στην ανθολογία του νεορεαλιστικού σινεμά.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

31 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *