Φτάνοντας ο Τζον ΜακΛέιν στη Μόσχα για να εντοπίσει τον γιο του, τον Τζακ -με τον οποίο έχουν απομακρυνθεί τελευταία-, ανακαλύπτει ότι εκείνος δουλεύει μυστικά για να προστατεύσει τον Κομάροβ, έναν πληροφοριοδότη της κυβέρνησης. Θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους, οι ΜακΛέιν προσπαθούν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες, με στόχο την ασφάλεια του Κομάροβ και την αποφυγή ενός καταστροφικού εγκλήματος στην περιοχή του Τσερνομπίλ.

Σκηνοθεσία:

John Moore

Κύριοι Ρόλοι:

Bruce Willis … John McClane

Jai Courtney … John ‘Jack’ McClane, Jr.

Sebastian Koch … Yuri Komarov

Yuliya Snigir … Irina Komarov

Sergey Kolesnikov … Viktor Chagarin

Mary Elizabeth Winstead … Lucy McClane

Cole Hauser … Mike Collins

Aldis Hodge … υπαστυνόμος Foxy

Amaury Nolasco … ντετέκτιβ Murphy

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Skip Woods

Παραγωγή: Wyck Godfrey, Alex Young

Μουσική: Marco Beltrami

Φωτογραφία: Jonathan Sela

Μοντάζ: Dan Zimmerman

Σκηνικά: Daniel T. Dorrance

Κοστούμια: Bojana Nikitovic

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: A Good Day to Die Hard
  • Ελληνικός Τίτλος: Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει Σήμερα
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Die Hard 5 [ανεπίσημος]

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα (χαρακτήρες): Nothing Lasts Forever του Roderick Thorp.

Παραλειπόμενα

  • Ο σχεδιασμός είχε ουσιαστικά ξεκινήσει από το 2010, όταν το στούντιο όρισε για το σενάριο τον Skip Woods, ενώ συζητούσε με τον Noam Murro για τη σκηνοθεσία. Ο σκηνοθέτης όμως προτίμησε το πρίκουελ του 300.
  • Όταν ανακοινώθηκε ως τίτλος το Die Hard 24/7, τα ΜΜΕ υπέθεσαν ότι θα είχαμε μια σύμπραξη με τη δημοφιλή σειρά 24, και ο Kiefer Sutherland θα βρίσκονταν στο πλάι του πρωταγωνιστή. Το στούντιο δεν επιβεβαίωσε ποτέ κάτι τέτοιο, αλλάζοντας κάποια στιγμή και τον τίτλο.
  • Για τον ρόλο του γιου του ΜακΛέιν υποψήφιοι ήταν οι: Aaron Paul, Liam Hemsworth, James Badge Dale, Paul Walker, Ben Foster, Shiloh Fernandez, Milo Ventimiglia, Paul Dano, Steven R. McQueen και D.J. Cotrona.
  • Η Βουδαπέστη αντικατέστησε τη Μόσχα για τα γυρίσματα.
  • Πρώτο της σειράς που έκανε χρήση Dolby Atmos Surround Mixing, αλλά και πρώτο που βγήκε σε IMAX.
  • Στο Blu-ray εμφανίστηκε κι ένα director’s cut, με διάρκεια 101 λεπτών.
  • Παρά τις αρνητικές κριτικές, το φιλμ τα κατάφερε στα ταμεία. Μάζεψε 304,7 εκατομμύρια δολάρια, με ένα κόστος των 92.
  • Ενώ η φιλολογία για περισσότερα σίκουελ δεν είχε κοπάσει, αποδείχτηκε ότι το franchise έκλεισε εδώ, τουλάχιστον όσον αφορά τον Bruce Willis και την απόσυρση του το 2022 από τη ηθοποιία για σοβαρούς ιατρικούς λόγους. Πάντα όμως παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μεταφερθεί η σειρά στη τηλεόραση για το Hulu.

Κριτικός: Γιώργος Δαβίτος

Έκδοση Κειμένου: 14/2/2013

Το «Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει Σήμερα» είναι, νομίζω, μετά το Ιντιάνα Τζόουνς και το Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου, η δεύτερη ταινία που θα καταφέρει να εξολοθρεύσει ένα ολόκληρο franchise. Και είναι πραγματικά κρίμα. Ειδικά για τον Bruce Willis. Έξι χρόνια μετά την επιτυχή επανεκκίνηση του πιο σημαντικού χαρακτήρα της κινηματογραφικής καριέρας του, να πρέπει τώρα να τον παρακολουθεί καθώς συντρίβεται. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, όμως, αφού πραγματικά αυτό που βλέπεις σε αφήνει άφωνο.

Ας ξεκινήσουμε από τα ελάχιστα καλά της ταινίας που δικαιολογούν το μισό αστεράκι της βαθμολογίας. Νούμερο ένα: ο Willis. Στην ηλικία των 57, ο άνθρωπος μπορεί ακόμα να τρέξει, να σκοτώσει, να δείρει και για να το θέσουμε απλά, είναι ακόμα λίγο έως πολύ ο John McClane που αγαπήσαμε στη δεκαετία του 1980 και του 1990, αλλά ακόμη και στην τελευταία ταινία του 2007. Νούμερο δύο: ο Jai Courtney. Μετά τη συμμέτοχη του και στο Jack Reacher, είναι φανερό ότι το Χόλιγουντ τον σπρώχνει ως τον νέο, πολλά υποσχόμενα, action-hero. Και δικαιολογημένα, αφού το κατέχει το πακέτο και δεν πρέπει να είναι και κακός σαν ηθοποιός. Το μέλλον θα δείξει. Περά από αυτούς τους δύο, το χάος…

Πριν συνεχίσω να πω ότι ακολουθούν σπόιλερ. Ο λόγος; Χωρίς αυτά στη συγκεκριμένη περίπτωση, κριτική δεν μπορεί να υπάρξει. Συνεχίζοντας, λοιπόν, ο σημαντικότερος παράγοντας για τον οποίο η ταινία αποτυγχάνει πλήρως είναι το ανεκδιήγητο και παλαιάς κοπής σενάριο του Skip Woods. Μεταφέροντας τη δράση από την Αμερική στη Ρωσία, ασχολούμαστε με θέματα που όχι απλά έχουν κουράσει αλλά θα έπρεπε να μην ξαναειπωθούν σε ταινία περιπέτειας. Εδώ, όχι μόνο οι καλοί και κακοί είναι οι Αμερικανοί και οι Ρώσοι αντίστοιχα (με όλα τα στερεότυπα και των δύο εθνικοτήτων), αλλά η πλοκή είναι τόσο παλιά που ασχολείται με το Τσερνομπίλ. Ω ναι, ασχολούμαστε και πάλι με το σχέδιο κάποιου Ρώσου που ψάχνει να βρει το χαμένο ουράνιο προκειμένου να κατασκευάσει όπλα μαζικής καταστροφής. Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό, ο Woods εισάγει στην ιστορία μια άκρως γελοία δευτερεύουσα πλοκή μεταξύ πατερά-γιου, που αγαπιούνται μεταξύ τους αλλά δεν το δείχνουν. Μα είμαστε με τα καλά μας;

Για να κάνει τα πράγματα χειρότερα, ο Woods είναι πολύ ανόητος για να συνειδητοποιήσουμε σχεδόν ολόκληρες σκηνές που δεν βγάζουν νόημα. Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγήσει κανείς ότι μετά από μία σκηνή κυνηγητού με αυτοκίνητα που διαλύουν τη μισή πόλη ή μετά από την σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή ενός κτιρίου από τα πύρα ενός ελικοπτέρου δεν υπάρχει ίχνος αστυνομίας ή οποιασδήποτε νομικής υπηρεσίας; Πόσο μας κοροϊδεύει όταν μας λέει ότι ο ιδιοκτήτης ενός κλαμπ δεν αφήνει Τσετσένους τρομοκράτες να κουβαλούν όπλα στο μαγαζί του και έτσι οι πρωταγωνιστές μας εφοδιάζονται με αυτά κλέβοντας ένα αμάξι; Μπορεί η αναληθοφάνεια να είναι, από την πρώτη κιόλας ταινία, χαρακτηριστικό της σειράς «Die Hard», εδώ όμως το πράγμα ξεφεύγει από τον έλεγχο, αγνοώντας κάθε ίχνος κοινής λογικής, απλά για σκοπιμότητες. Το γεγονός, δε, ότι φτάνεις να παρατηρείς τέτοια πράγματα, αποδεικνύει πόσο βαρετή ταινία είναι. Δυστυχώς, όσοι πυροβολισμοί κι αν πέφτουν, όσα πράγματα κι αν ανατιναχθούν και όσοι άνθρωποι κι αν σκοτωθούν μέχρι το τέλος, τίποτα δεν προκαλεί, έστω και στο ελάχιστο, ούτε το ενδιαφέρον ούτε τον ενθουσιασμό σου.

Εν κατακλείδι, η ανούσια πλοκή του σε συνδυασμό με τις ξέφρενες κι ανέπνευσες σκηνές δράσης συνθέτουν μία από τις χειρότερες μέρες της «Die Hard» σειράς -παρά τα όσα υποδηλώνει ο τίτλος. «Yippee-ki-yay, motherfucker» και αντίο!

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 18/1/2014

Παρότι οι φαν ζητούσαν επίμονα κι ένα πέμπτο μέρος στη μακρόβια σειρά, αυτό μάλλον τους έκανε να μη θέλουν πια έκτο! Ο Μπρους Γουίλις μοιάζει να παρασύρεται από την κάκιστη σκηνοθετική διεύθυνση κι ένα σενάριο γεμάτο ολόγυρα τρύπες, και να μην μπορεί να επιβάλει ούτε τον χρόνια τώρα διαμορφωμένο χαρακτήρα του ήρωα που υποδύεται. Κανένας νέος χαρακτήρας δεν πιάνει τον σφυγμό της σειράς και ο ποιοτικός καταποντισμός του κάποτε κραταιού franchise ήρθε ως απόλυτη συνέπεια. Αν, όμως, ξεγυμνώσεις το φιλμ από την οποιαδήποτε προσδοκία για κάτι θετικό και αποδεχτείς ότι αυτό που παρακολουθείς είναι απλά μια καρικατούρα πλοκής, υπάρχει ελπίδα να το φτάσεις στο τέρμα χωρίς πολλές-πολλές «διαμαρτυρίες». Κι ως προς αυτό, αντί να προτείνουμε καλή θέαση, ας πούμε καλύτερα… καλή τύχη!

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

17 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *