Κιου Γκάρντενς, Νέα Υόρκη, 1964. Στο νούμερο 37 ζουν τρεις οικογένειες, ένας μοναχικός γείτονας και ο θυρωρός. Οι ιστορίες τους συνδέονται για πάντα με τον βάναυσο της Κίτι Τζενοβέζε. Αλλά η Κίτι είναι κάτι σαν παρείσακτη για αυτούς, και κανείς δεν θα αντιδράσει ώστε να τη βοηθήσει την κρίσιμη στιγμή. Όλοι συνεχίζουν να συμπεριφέρονται κανονικά στα σπίτια τους. Εάν δεν έχεις δει, δεν έχεις ακούσει και δεν έχεις μιλήσει… δεν συνέβη ποτέ. Και ο κύκλος συνεχίζεται.

Σκηνοθεσία:

Puk Grasten

Κύριοι Ρόλοι:

Samira Wiley … Joyce Smith

Michael Potts … Archibald Smith

Adrian Martinez … Gonzales

Maria Dizzia … Mary Cunningham

Jamie Harrold … Bob Cunningham

Thomas Kopache … George Bernstein

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Puk Grasten

Παραγωγή: Asger Hussain, Yaron Schwartzman

Φωτογραφία: Adam Jandrup

Μοντάζ: Giacomo Ambrosini, Gregers Dohn

Σκηνικά: Kaet McAnneny

Κοστούμια: Elizabeth Shelton

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Ακυκλοφόρητη.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Αρνητική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: 37

Σεναριακή Πηγή

  • Σενάριο: 37 του Puk Grasten.

Παραλειπόμενα

  • Το σενάριο προέρχεται από μαι μικρού μήκους ταινία της Puk Grasten από το 2013. Επεκτείνοντας την εδώ, κάνει το ντεμπούτο της στις μεγάλου μήκους ταινίες.
  • Βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης

Έκδοση Κειμένου: 17/10/2016

Βασισμένο σε ένα πραγματικό περιστατικό που έλαβε χώρα στις 13 Μαρτίου του 1964 στο Κιου Γκάρντενς της Νέας Υόρκης, αλλά κυρίως εμπνευσμένο από ένα δημοσίευμα των New York Times που υποστήριζε ότι 37 άτομα ήταν αυτόπτες ή αυτήκοοι μάρτυρες στη δολοφονία της Catherine Susan Genovese χωρίς ουδείς να παρενέβη, το “37” δεν αποπειράται να διαφωτίσει τα τραγικά γεγονότα εκείνης της μέρας, αλλά να ψυχανεμιστεί το κλίμα μιας κοινωνίας που αλλάζει βγαίνοντας από μια παρατεταμένη ψυχολογική ύφεση. Πολλά έχουν γραφτεί για τη μοιραία νύχτα της 13ης Μαρτίου του ’64, για τη συμπεριφορά των κατοίκων της περιοχής, ωστόσο μια δημόσια τοποθέτηση, εν έτει 2015, του αδερφού της δολοφονηθείσας, καθώς και νέα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας έρχονται να κρίνουν ως μάλλον υπερβολικό ή βεβιασμένο το δημοσίευμα των New York Times.

Η Puk Grasten παίρνει τα στοιχεία αυτά και διοχετεύοντάς τα μέσα στα σπίτια μιας ντουζίνας ανθρώπων, συνυπολογίζοντας τις προσωπικές ιστορίες καθενός, επιχειρεί μια ενδοσκόπηση στη δική τους ζωή, λίγο πριν, κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τη στιγμή της στυγερής δολοφονίας. Μέσα από ένα έγκλημα που ψάχνει μάρτυρες, διερευνά την ηθική της μεσαίας τάξης στη δεκαετία του 1960, με όλες τις εμμονές και τα ενοχικά της σύνδρομα. Υπό το φως μιας σταδιακής απογύμνωσης χαρακτήρων, η Grasten φωτογραφίζει τα εγκληματικά ένστικτα της συγκεκριμένης κοινωνικής διαστρωμάτωσης που υποβόσκουν κάτω από το προσωπείο ενός ευσυνείδητου μικροαστού, ο οποίος ζει μέσα στη φούσκα του αμερικανικού ονείρου. Το “37” στοχεύει στην «αγία» οικογένεια ως ψευδαίσθηση, παρουσιάζοντάς την ως εμπορευματοποιημένο πολιτικό και οικονομικό προϊόν της εποχής. Επικαλείται την ανθρώπινη αποξένωση που έφερε μοναξιά, και ακολούθως προκάλεσε μια ανεκπλήρωτη ανάγκη για επικοινωνία, και ακόμα πιο πολύ για διερεύνηση ενός άγνωστου κόσμου.

Το φιλμ έχει κάτι να πει, χρησιμοποιεί ωστόσο μόνο ως πρόσχημα ένα συγκλονιστικό περιστατικό και τα ακόμη πιο ενδιαφέροντα που ακολούθησαν τη δεκαετία εκείνη αλλά και τις επόμενες. Μπαίνοντας στις οικίες ανθρώπων διαφόρων γενεών με όσο το δυνατό παραστατικότερη την αποτύπωση μίας συγκεκριμένης περιόδου, αφού το πλαίσιο δράσης περιορίζεται σε τέσσερις τοίχους, η δημιουργός στοχεύει σε κάτι πιο ανθρώπινο. Σκηνοθετικά διαθέτει δυναμική και πνεύμα, παίζει έξυπνα με τον ήχο, το φως και την πρώιμη αισθητική κατά τη μετάβαση σε μια άλλη εποχή. Οι χαρακτήρες ωστόσο διαβαθμίζονται αναλόγως της σκιαγράφησή τους, με κάποιους να μοιάζουν σαν περιφερόμενες καρικατούρες, και άλλους να απολαμβάνουν ιδιαίτερης μεταχείρισης. Λόγος ξύλινος και διάλογοι φτωχικοί, ελλείψει ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων επί του βασικού περιστατικού, με τη βραβευμένη στο φεστιβάλ της Μόσχας Puk Grasten να λαμβάνει μια κατεύθυνση διαφορετική από αυτήν που θα αναλογούσε στην ιστορία της, και να επιχειρεί ανορθόδοξα ένα διορατικό σχόλιο σε μια ταραχώδη δεκαετία.

Υπάρχει κάτι παραπάνω πίσω από αυτή την ταινία, μετά την προβολή της οποίας σου μένει η αίσθηση ότι η ίδια έχασε κάτι σημαντικό. Μια ιστορία τρομακτικών διαστάσεων, που στοιχειώνει μέχρι και σήμερα την Αμερική, και η οποία αποτέλεσε τη βάση για την ανάδειξη νέων ψυχολογικών θεωριών. Κι όσο φιλότιμη αν μοιάζει η προσπάθεια της δημιουργού, η παράλειψη της αυτή φαντάζει ασυγχώρητη στα μάτια του κοινού και ιδίως αυτού των σινεφίλ καταβολών.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

12 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *