Συντάκτης: Σπύρος Δούκας

Ιδιαίτερα βαρύ το διαγωνιστικό πρόγραμμα των φετινών Καννών, από γνωστούς ευρωπαίους και ασιάτες auteurs του ανεξάρτητου σινεμά (Andrea Arnold, Jia Zhangke, Ali Abbasi, Mohammad Rasoulof) μέχρι βαρύτονα ονόματα όπως οι Francis Ford Coppola, Paul Schrader και David Cronenberg, με τους τελευταίους να αφήνουν από ανάμεικτες έως χλιαρές εντυπώσεις. Όλοι όμως άφησαν και πάλι το στίγμα τους, με έργα που ενέπνευσαν ποικίλες συζητήσεις και έντονο διάλογο.

BIRD

Το σινεμά της Andrea Arnold αφορά συνήθως νεαρές ηρωίδες της εργατικής τάξης, που μέσα από τα αδιέξοδα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στο ασφυκτικό περιβάλλον τους, περνούν από μια διαδικασία ενηλικίωσης που τις αλλάζει και τις απελευθερώνει εσωτερικά. Το νέο της πόνημα είναι ακόμα μια τέτοια περίπτωση, από την οποία δεν λείπουν ένας ωραίος μονταζιακός ρυθμός, μια ορθή κινηματογράφηση και κάποιες ωραίες φανταστικές πινελιές. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο κόσμος τον οποίο αρέσκεται να περιγράφει είναι όντως έτσι και στην πραγματικότητα. Η Arnold έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι ξέρει να χειρίζεται επιδέξια την κινηματογραφική αφήγηση, πράγμα που δείχνει να είναι πάντα το πρώτο που την ενδιαφέρει, μάλλον όμως περισσότερο από μια ουσιαστική έρευνα πάνω σε τέτοιους ήρωες. Ως προς αυτό τον τομέα, θα μπορούσε να πάρει κάποια μαθήματα από συναδέλφους της όπως η Clio Barnard, ή ακόμα και η Lynne Ramsay στα πρώτα της βήματα (Ratcatcher, Morvern Callar). Γιατί όσο κι αν η μαγική παρουσία τού πάντα εξαιρετικού Franz Rogowski στον ρόλο του «Bird» κάνει από μόνη της το έργο ξεχωριστό και ενδιαφέρον, μιας που η ερμηνευτική του προσέγγιση στην απεικόνιση ενός φαντασιακού περιθωριακού ήρωα έχει στοιχεία αληθινής πρωτοπορίας (μοιάζει σαν ήρωας βγαλμένος από παιδική θεατρική παράσταση), άλλο τόσο το σενάριο βρίθει από κλισέ του coming-of-age είδους, τόσο σε επίπεδο πλοκής, όσο και διαλόγων, με το συνολικό αποτέλεσμα να μοιάζει πολύ πιο προβλέψιμο και «στημένο» απ’ όσο θα περιμέναμε από ένα τέτοιας κοπής φιλμ.

Bird

CAUGHT BY THE TIDES

Μυθοπλασία και ντοκιμαντέρ γίνονται ένα, με στόχο την αποτύπωση της τελευταίας 20ετίας μιας χώρας που συνεχώς μεταβάλλεται με ταχύτατους ρυθμούς, με αποτέλεσμα την αυξανόμενα εντονότερη αποξένωση από τον «εαυτό» της, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο. Και ναι, πάνω-κάτω έτσι θα μπορούσαμε να περιγράψουμε κάθε ταινία του Jia Zhangke, και αυτό είναι το βασικό επιχείρημα των επικριτών του, ότι ουσιαστικά από την αρχή της καριέρας του επαναλαμβάνεται. Όμως, όπως κάθε αξιόλογος auteur, με κάθε νέο του έργο βρίσκει τον τρόπο να επανεφευρίσκει δημιουργικά τον εαυτό του, γιατί ακόμα κι αν στην ουσία τους όλα τα έργα του είναι πανομοιότυπα, πολύ συχνά πειραματίζεται με είδη και φόρμες. Το Caught by the Tides είναι από τις πλέον τολμηρές του προσπάθειες, θα λέγαμε μάλλον υπερβολικά πειραματική για το διαγωνιστικό των Καννών. Μάλλον είναι όμως η θεματική του διαύγεια, αλλά και η βαθιά ποίηση των εικόνων του που το ανυψώνουν σε αδιαμφισβήτητο εικαστικό κομψοτέχνημα.

Caught by the Tides

MOTEL DESTINO

Τροπικό νουάρ στην καρδιά, με στοιχεία γουέστερν και ερωτικού θρίλερ, το νέο φιλμ του βραζιλιάνου Karim Ainouz («Η Αόρατη Ζωή») μπορεί στην επιφάνεια να μοιάζει κάπως απλοϊκό, είναι όμως υποδειγματικά σκηνοθετημένο με τρόπο που κερδίζει και με το παραπάνω το δημιουργικό του στοίχημα. Κι αυτό γιατί είναι η αισθητική του έργου που λειτουργεί καθοριστικά ως προς τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του. Είναι η βία και η αγριότητα της ανθρώπινης φύσης, όπως προβάλλεται μέσα από τη νουαρική αισθητική, στα έντονα χρώματα, στις υφές των ερμηνειών, αλλά και στο ίδιο το σενάριο μέσα από συμβολισμούς και παραβολές, πάντα διακριτικά και χωρίς ίχνος γραφικότητας. Ως πολιτική αλληγορία, είναι η έμμεση βία που υπομένει ο λαός ως έρμαιο της εξουσίας, στα πλαίσια μιας «εκπολιτισμένης» ανθρωπότητας που υπακούει σε θέσφατους κοινωνικούς κανόνες. Η διάχυτη σεξουαλικότητα, η πρωτογονική, ενστικτώδης σχέση του ανθρώπου με τα ζώα, οι παγιδευμένες μύχιες σκέψεις που γίνονται πράξεις μόνο κεκαλυμμένα, μέσα στα δωμάτια ενός μοτέλ και βγαίνουν έξω μόνο στη μορφή πνιγμένων ήχων και κραυγών.  Μία πρωτίστως αισθαντική κινηματογραφική εμπειρία, πλούσια σε υφές και πυκνή σε ουσία.

Motel Destino

BEATING HEARTS

Αν και παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι στο φετινό πρόγραμμα των Καννών υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις ηθοποιών που έχουν περάσει πίσω από την κάμερα σε ρόλο σκηνοθέτη (Noemi Merlant, Daniel Auteuil, Ariane Labed), καμία δεν φαντάζει τόσο περίεργη όσο η επιλογή του Beating Hearts του Giles Lellouche ως μέρος του βασικού διαγωνιστικού. Καθαρά λαϊκό σινεμά, τόσο λαϊκό όσο οι χιλιάδες καλοκαιρινές γαλλικές κωμωδίες εσωτερικής κατανάλωσης, μα και απελπιστικά αυτάρεσκο σε εγκληματικό βαθμό, το Beating Hearts είναι μια εξοντωτική σύγχυση τρίωρης διάρκειας. Σε κάθε του πλάνο προσπαθεί να εντυπωσιάσει, αλλά με έναν παράδοξο τρόπο είναι όλα «λάθος», εκτός θέματος, δηλαδή σε μια μόνιμη απόσταση από τον εκάστοτε θεματικό πυρήνα. Με άλλα λόγια, είναι σαν να σκηνοθετεί ο διευθυντής φωτογραφίας, αν υποθέσουμε ότι δεν έχει διαβάσει το σενάριο και προσπαθεί να κάνει απλά το κέφι του. Κάθε σκηνή είναι βαρύγδουπη σε μια προσπάθεια να χτιστεί ένας larger-than-life ρομαντισμός, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν ξεκάρφωτες διάσπαρτες κωμικές πινελιές, οι ερμηνείες είναι πολύ διεκπεραιωτικές, και οι χαρακτήρες μονοδιάστατοι, μιας που το σενάριο υπακούει σε κάθε λογής κλισέ, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να δώσει στους πρωταγωνιστές του κάποια υποτυπώδη ρεαλιστική υπόσταση.

Beating Hearts

ANORA

Αναμφίβολα από τις δυνατότερες παρουσίες στις φετινές Κάννες, ο Sean Baker απέσπασε τελικά τον Χρυσό Φοίνικα για μια ξέφρενη indie κωμωδία γεμάτη ανατροπές, εκρηκτικά ξεσπάσματα και… κοινωνική ψυχανάλυση. Όπως κάθε φορά, ο Baker καταπιάνεται με αντισυμβατικούς ήρωες του περιθωρίου, τους οποίους παρατηρεί και αναλύει αντικειμενικά, χωρίς ποτέ ο ίδιος να υιοθετεί κάποια επικριτική στάση. Αντίθετα, τους μελετάει στα πλαίσια του περιβάλλοντος από το οποίο προέρχονται, και διατηρεί πάντα μια βαθιά ανθρωπιστική ματιά. Στο νέο του πόνημα, όλα τα γνώριμα στοιχεία είναι και πάλι εδώ. Η συνεργασία με μη επαγγελματίες ηθοποιούς αποδεικνύεται, όπως πάντα, ιδανική επιλογή για το σκηνοθετικό του στυλ, αλλά και ως καλλιτεχνική προσέγγιση που αναδεικνύει αποτελεσματικά την ουσία του έργου του. Εδώ όμως, πέρα από τους αυτοσχεδιασμούς που διακρίνουν συνήθως το έργο του, έχει στα χέρια του κι ένα πολύ δυνατό σενάριο, με αποτέλεσμα όλες οι επιλογές του να μοιάζουν ταυτόχρονα απόλυτα φυσικές, αλλά και εξαιρετικά μελετημένες. Δεν μένει πλέον στη διεισδυτική παρατήρηση, αλλά κάνει εις βάθος ψυχανάλυση στους βασικούς του ήρωες, ασκώντας παράλληλα δριμύτατη κοινωνική κριτική, πάντα με μια αισιόδοξη ματιά, και με γνώμονα να προσφέρει μια αγνή και απολαυστική κινηματογραφική εμπειρία.

Anora

THE SEED OF THE SACRED FIG

Μια ηχηρή, εκκωφαντική κραυγή. Ένα βραδυφλεγές δράμα, που σταδιακά και με ανεπαίσθητη χειρουργική ακρίβεια μετατρέπεται σε αγωνιώδες θρίλερ. Ένας αντιεξουσιαστικός ύμνος στην ελευθερία. Φυσικά, ο Mohammad Rasoulof, μόλις λίγες εβδομάδες πριν, καταδικάστηκε σε οκταετή φυλάκιση και μαστίγωμα μόλις το καθεστώς της χώρας του πήρε πρέφα την παραγωγή αυτής της ταινίας, και εκείνος βρέθηκε τελικά στις Κάννες ως εξόριστος από το Ιράν, για να παραβρεθεί σε αναμφίβολα μία από τις πλέον συγκινητικές πρεμιέρες στην ιστορία του φεστιβάλ. Η σχέση πραγματικότητας και τέχνης έχει μελετηθεί επανειλημμένα στην ιστορία του κινηματογράφου, κι όμως ποτέ ξανά τόσο εμπεριστατωμένα, με τέτοια ευθύτητα και ολοκληρωμένη καλλιτεχνική διαύγεια, γεγονός που εμφανώς προκύπτει από αληθινές καταστάσεις και βιώματα. Το έργο παίρνει τον χρόνο του ξεκινώντας από έναν σκληρό δραματικό ρεαλισμό, μελετώντας με λεπτομέρεια τις λεπτές ισορροπίες στα πλαίσια των οικογενειακών σχέσεων, αλλά και τους τρόπους που οι χαρακτήρες αλληλοεπηρεάζονται, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο «σπόρος» είναι ο άνθρωπος που θα βρίσκεται για πάντα απαράλλαχτος μέσα μας, αρκεί να διατηρούμε την καθαρότητα και την δύναμη να ξεριζώνουμε οτιδήποτε διεφθαρμένο φυτρώνει στην πορεία. Κι αν η πραγματικότητα κάποιες φορές δεν επαρκεί, η τέχνη θα βρίσκεται πάντα εκεί ως τελευταία ελπίδα σωτηρίας και υπέρβασης. Σινεμά ανθρωποκεντρικό, άμεσα πολιτικό και βαθιά ποιητικό, το είδος που δεν αλλάζει τον κόσμο, αλλά σίγουρα αλλάζει κάτι μέσα μας.

The Seed of the Sacred Fig

THE APPRENTICE

Βιογραφία του Ντόναλντ Τραμπ, όπου αν και το σενάριο ακολουθεί ορισμένες ακαδημαϊκές οδούς, η σκηνοθεσία του Ali Abbasi έχει μια πρωτότυπη αντισυμβατικότητα, που πηγαίνει το έργο πολύ παραπέρα από την απλή διεκπεραίωση. Η εστίαση βρίσκεται στα 70s-80s, δηλαδή στο ξεκίνημα της καριέρας του Τραμπ ως διαχειριστή ακινήτων, με το όραμα να εκσυγχρονίσει τη Νέα Υόρκη, αλλά κυρίως στη σχέση του με τον «μακαρθικό» δικηγόρο Ρόι Κον (σε μια οσκαρικού επιπέδου ερμηνεία από τον Jeremy Strong), που ουσιαστικά τον ανέδειξε όντας μαθητευόμενός του. Η σκηνοθεσία έχει μια έντονη ντοκιμαντεριστική αμεσότητα, και μια τάση προς έναν σέπια χρωματισμό που παραπέμπει σε τηλεοπτική αισθητική των 80s. Ταυτόχρονα, το σενάριο ψυχογραφεί τον Τραμπ καταγράφοντας την κάθοδό του προς την κόλαση, ξεκινώντας από ένα συντηρητικό οικογενειακό περιβάλλον που καθορίζει και την επικείμενη εμπλοκή του με τη διαφθορά. Είναι μια κόλαση που ο ίδιος ποτέ δεν θα αναγνωρίσει, ίσως με μοναδική εξαίρεση τη στιγμή του θανάτου του αλκοολικού αδερφού του, όπου θα δούμε το μοναδικό ίχνος ενοχής (και συνεπώς ευαλωτότητας) στο πρόσωπό του Ντόναλντ. Ακόμα και αυτή η στιγμή όμως έρχεται να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια ολότελη κατάβαση στην απόλυτη άρνηση, και στην απομάκρυνση από καθετί ανθρώπινο. Ο φακός του Abbasi έχει μια διεισδυτικότητα που μετατρέπει την εμπειρία θέασης σε οριακό εφιάλτη. Ειδικά η τελευταία σκηνή ενέχει κάτι τόσο «βρώμικο» και απωθητικό, που προκαλεί αποστροφή καθώς περιγράφει με τραγική ακρίβεια κάθε λογής εξουσία.

The Apprentice

Διαβάστε και: Ο Χρυσός Φοίνικας στον Sean Baker!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *