Συντάκτης: Ορέστης Μαλτέζος

Το είδος των ταινιών kaiju, που στα ιαπωνικά σημαίνει ‘παράξενο τέρας’, γεννήθηκε το 1954 με την κυκλοφορία της ταινίας “Godzilla”. Στην ταινία αυτή, ένα προϊστορικό τέρας ξυπνά στο βυθό της θάλασσας από υποβρύχιες πυρηνικές δοκιμές των Αμερικάνων και μεταλλάσσεται βάζοντας στόχο της επίθεσής του το Τόκιο. Εννέα μόλις χρόνια μετά το βομβαρδισμό των πόλεων Χιροσίμα και Ναγκασάκι, ο Godzilla δημιουργήθηκε για να μετουσιώσει τον φόβο του πυρηνικού ολοκαυτώματος. Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη της ταινίας, Ishirō Honda, «Αν ο Godzilla ήταν δεινόσαυρος ή κάποιο άλλο ζώο, μια οβίδα θα αρκούσε για να τον σκοτώσει. Αν όμως ήταν ισάξιος μιας ατομικής βόμβας, δεν θα ξέραμε τι να κάνουμε. Οπότε πήρα τα χαρακτηριστικά μιας ατομικής βόμβας και τα τοποθέτησα στον Godzilla». Ο Godzilla δημιουργήθηκε από τους Teizo Toshimitsu και Akira Watanabe συνδυάζοντας τα χαρακτηριστικά τριών ειδών δεινοσαύρων με αυτά του αλιγάτορα και ζωντάνεψε στην οθόνη με την τεχνική του suitmation, όπου ένας ηθοποιός ερμηνεύει το ρόλο του τέρατος μπροστά στην κάμερα φορώντας μια ειδικά κατασκευασμένη στολή.

Η λέξη kaiju συναντάται για πρώτη φορά στο κινέζικο κείμενο “Classic of Mountains and Seas” που χρονολογείται από τη δυναστεία των Χαν (202 π.Χ. – 220 μ.Χ.) και περιέχει περιγραφές από φανταστικές τοποθεσίες και 227 διαφορετικά τέρατα όπως γοργόνες, φοίνικες με εννέα κεφάλια, και ένα θρυλικό σκυλί που προκαλεί εκλείψεις καταπίνοντας τον ήλιο και το φεγγάρι. Παρότι η λέξη χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τις ιαπωνικές δημιουργίες, τα τέρατα των ταινιών αυτών δεν διαφέρουν σε πρακτικό επίπεδο από αυτά των αμερικανικών ταινιών που προϋπήρχαν του “Godzilla” έχοντας ως κοινό χαρακτηριστικό τη βίαιη επίθεσή τους σε μητροπόλεις.

Η πρώτη ταινία που ζωντάνεψε ανύπαρκτα στην εποχή μας πλάσματα γυρίστηκε το 1925 και είχε τον τίτλο “The Lost World”. Βασισμένη σε μια νουβέλα του δημιουργού του Σέρλοκ Χολμς, Sir Arthur Conan Doyle, η ιστορία μιλά για ένα οροπέδιο στο Περού όπου ζουν προϊστορικοί δεινόσαυροι και η επιστημονική ομάδα καταφέρνει να φέρει στο Λονδίνο έναν βροντόσαυρο ο οποίος δραπετεύει και διαλύει την Tower Bridge. Η πρωτοποριακή χρήση της τεχνικής του stop-motion animation με τη χρήση κατασκευασμένων μοντέλων πραγματοποιήθηκε από τον Willis O’Brien, ο οποίος οκτώ χρόνια αργότερα έφερε στον κινηματογράφο ένα άλλο θρυλικό τέρας, τον King Kong. Η πρώτη του εμφάνιση έγινε στην ομώνυμη ταινία του 1933 όπου ένας σκηνοθέτης σε αναζήτηση εξωτικών και απομονωμένων τοποθεσιών φτάνει με ένα πλοίο στο Skull Island και έρχεται αντιμέτωπος με δεινόσαυρους και έναν γιγαντιαίο γορίλα, τον οποίο αιχμαλωτίζει και πηγαίνει στη Νέα Υόρκη. Η ταινία καταλήγει με την κλασική σκηνή με τον King Kong στην κορυφή του Empire State Building. Η παραγωγή της ταινίας έγινε εφικτή με τη χρήση μιας ευρείας σειράς ειδικών εφέ με κυρίαρχο το stop-motion animation.

Ο Godzilla μπορεί να ήταν το πρώτο kaiju αλλά δεν ήταν το πρώτο τέρας γενικότερα που δημιουργήθηκε από τον φόβο των ατομικών όπλων. Το 1953, έναν χρόνο πριν την κυκλοφορία του “Godzilla”, η ταινία “The Beast from 20,000 Fathoms” αφηγείται το ξύπνημα ενός δεινόσαυρου του φανταστικού είδους Rhedosaurus μετά από εκατομμύρια χρόνια λήθαργου έπειτα από τη δοκιμή μιας πυρηνικής βόμβας στην Αρκτική. Το τέρας ξυπνάει και αρχίζει να κατευθύνεται νότια σκορπώντας την καταστροφή και τον θάνατο, καταλήγοντας στη Νέα Υόρκη όπου εκτός από τη φυσική του παρουσία εξαπολύει στο ανθρώπινο είδος και μία επιδημία ενός φρικτού προϊστορικού ιού. Τα ειδικά εφέ της ταινίας δημιούργησε ο πρώην συνεργάτης του Willis O’Brien και μάγος του stop-motion, Ray Harryhausen. Η δεκαετία του 1950 χαρακτηρίστηκε από τον φόβο ενός πυρηνικού πολέμου και το αμερικανικό σινεμά ακολούθησε τις ανησυχίες των καιρών με ταινίες όπως το “Them!” που περιείχε μεταλλαγμένα γιγάντια μυρμήγκια, το “It Came from Outer Space” όπου ένα τεράστιο ραδιενεργό χταπόδι καταστρέφει την Golden Gate Bridge, και το “20 Million Miles to Earth” όπου ένα διαστημόπλοιο φέρνει στην Ιταλία μία εξωγήινη σαύρα που αποκτά πελώριες διαστάσεις.

Μέσα στα χρόνια, ο Godzilla έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πιο δημοφιλή είδωλα της ποπ κουλτούρας. Έχει αμέτρητες εμφανίσεις σε manga, βιβλία, βιντεοπαιχνίδια, anime, επιτραπέζια και σίριαλ, έχει χρησιμοποιηθεί σε διαφημίσεις εταιρειών όπως η Nike και η Snickers, ενώ στον κινηματογράφο αποτελεί το μακροβιότερο franchise στην ιστορία με 37 συνολικά ταινίες, οι οποίες περιλαμβάνουν 32 από το ιαπωνικό στούντιο Toho, την πρώτη αμερικανική εκδοχή του Roland Emmerich από το 1998, και μέχρι στιγμής 4 ταινίες από το MonsterVerse της Legendary Pictures. Μάλιστα το 2004 απέκτησε το δικό του αστέρι στο Walk of Fame του Χόλιγουντ. Οι ταινίες στις οποίες εμφανίζεται έχουν εμπνεύσει αμέτρητους σκηνοθέτες, ένας εκ των οποίων είναι και ο Steven Spielberg, χαρακτηρίζοντας τον πρωτότυπο “Godzilla” του 1954 ως κυρίαρχη επιρροή για το “Jurassic Park”, έχοντας όμως την επιθυμία να παρουσιάσει τους δικούς του δεινόσαυρους σαν ζώα και όχι σαν τέρατα. Ξεκινώντας αρχικά το project με τη χρήση animatronics και stop-motion, οι δεινόσαυροι ζωντάνεψαν τελικά με το πρωτοφανές για τα δεδομένα του 1993 CGI που κατάφερε να δημιουργήσει η εταιρεία Industrial Light & Magic.

Με το πέρασμα των χρόνων, ο αρχικός Godzilla που είχε ύψος 50 μέτρα άρχισε να ψηλώνει ακολουθώντας το όλο και μεγαλύτερο ύψος που αποκτούσαν οι ιαπωνικοί ουρανοξύστες. Το 1991 στην ταινία “Godzilla vs King Ghidorah” το ύψος του διπλασιάστηκε σε 100 μέτρα ενώ το 2017 στο “Godzilla: Planet of the Masters” έφτασε τα 300 μέτρα. Στην πιο πρόσφατη κινηματογραφική του εμφάνιση, στο “Godzilla x Kong: The New Empire”, διατηρεί ένα ύψος στα 120 μέτρα. Φυσικά το ύψος δεν ήταν το μόνο που άλλαξε μέσα στα χρόνια. Το stop-motion και τα animatronics έδωσαν τη θέση τους στο πιο τελειοποιημένο σύστημα CGI για την δημιουργία του θρυλικού τέρατος ενώ η παρουσία του έχει αποτελέσει μεταφορά για διάφορες σύγχρονες ανησυχίες, όπως η εμμονή με το διάστημα τη δεκαετία του ’60, η πίστη πως η πυρηνική ενέργεια αποτελεί το κλειδί για το μέλλον τη δεκαετία του ’70, ή το οικολογικό μήνυμα αντι-ρύπανσης της ταινίας “Godzilla vs The Smog Monster” του 1971. Επίσης ο Godzilla βρίσκεται διαρκώς σε μια εναλλαγή του ρόλου του ως εκπρόσωπος του καλού και του κακού, και συχνά παρουσιάζεται σαν ένας αντιήρωας που αγωνίζεται στο πλευρό της φύσης, πολεμώντας το ανθρώπινο είδος ή και άλλα τέρατα ώστε να επαναφέρει την ισορροπία προτού οδηγηθεί ξανά σε λήθαργο μέχρι την επόμενη φορά που ο πλανήτης θα βρεθεί σε κίνδυνο. Η επιτυχία του οδήγησε στη δημιουργία μιας πληθώρας τεράτων που πρωταγωνίστησαν στο πλευρό του ή εναντίον του στις ταινίες του στούντιο Toho, με την πιο συμπεριληπτική να είναι η ταινία του 1968 “Destroy All Monsters” όπου τα τέρατα της Γης γίνονται υποχείρια εξωγήινων που θέλουν να καταστρέψουν το ανθρώπινο είδος και περιλαμβάνει μερικά από τα πιο διάσημα kaiju όπως τους Mothra, Rodan, King Ghidorah και Minilla.

Το 1965 ο Godzilla απέκτησε την προσωπική του κόπια, μια γιγαντιαία φλογοβόλα χελώνα ονόματι Gamera, δημιουργία της Dalei Film που ήθελε να εισπράξει μερική από την επιτυχία του Godzilla. Αντίστοιχα με την αρχική της έμπνευση, η Gamera εξελίχθηκε από απειλή σε προστάτιδα της ανθρωπότητας μέσα σε 12 ταινίες από το 1965 μέχρι το 2006. Παρότι το στούντιο Toho αρνήθηκε μία κινηματογραφική συνύπαρξη του Godzilla με την Gamera, ένα πολυπόθητο cross-over πραγματοποιήθηκε το 1962 όταν ο Godzilla αναμετρήθηκε για πρώτη φορά με τον King Kong στην ταινία “King Kong vs Godzilla”. Νικητής ήταν ο King Kong μετά από μια τελική υποβρύχια μάχη από την οποία μόνο αυτός αναδύθηκε.

Ο Godzilla έκανε την πρώτη του χολιγουντιανή εξόρμηση το 1998 στην αποτυχημένη ταινία του Roland Emmerich στην οποία ο Godzilla δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια τεράστια σαύρα που επιτίθεται ακούσια στους ανθρώπους στην προσπάθειά της να επιβιώσει, ενώ το 2014 απέκτησε ξανά την χαμένη του υπόσταση με την ταινία του Gareth Edwards που ξεκίνησε το MonsterVerse, κάνοντας χρήση αριστοτεχνικού CGI. Έναν χρόνο νωρίτερα, το 2013, ο Guillermo del Toro είχε δημιουργήσει τη δική του προσθήκη στη μυθολογία των kaiju με το “Pacific Rim” όπου κολοσσιαία τέρατα αναδύονται από ένα ρήγμα του Ειρηνικού Ωκεανού απειλώντας την ανθρωπότητα. Ο King Kong επανασυστήθηκε στο κοινό με το πρεστίζ remake του Peter Jackson το 2005, την ταινία-προπομπό της σύμπραξης των δύο τεράτων “Kong: Skull Island” του Jordan Vogt-Roberts, ενώ το 2018 ένας άλλος γορίλας τεραστίων διαστάσεων ως αποτέλεσμα αποτυχημένων πειραμάτων κλήθηκε να σώσει το Σικάγο από τις επιθέσεις έτερων μεταλλαγμένων ζώων στο “Rampage” με τον Dwayne Johnson.

Το “Godzilla vs Kong” κυκλοφόρησε μετά από πολλές αναβολές λόγω της πανδημίας στις 24 Μαρτίου 2021 παρουσιάζοντας την πιο εντυπωσιακή αναμέτρηση δύο θρυλικών τεράτων του κινηματογράφου μέσω της χρήσης των τελειότερων ψηφιακών ειδικών εφέ, κάτι που επαναλαμβάνεται σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό στο “Godzilla x Kong: The New Empire”.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *