
Berlinale Report #6: The Roads Not Taken της Sally Potter
Συντάκτης: Σπύρος Δούκας
Η Sally Potter είναι αυτό που θα λέγαμε «παλιά καραβάνα» με εμπειρία σχεδόν 40 χρόνων στον χώρο του ανεξάρτητου σινεμά. Έχει όμως διαχρονικά μια ιδιαιτέρως διακριτική παρουσία, και παρότι αρκετά καταξιωμένη, δεν είναι από τα ονόματα που ακούμε συχνά. Αυτήν ακριβώς την υφή βγάζουν και οι ταινίες της. Είναι μια δημιουργός με χαρακτήρα, λεπτότητα και όμορφες, ντελικάτες ιδέες, ποτέ όμως μεγαλεπήβολες.
Το “Roads Not Taken” είναι από τις περιπτώσεις που ενώ αναγνωρίζεις τις πραγματικά τίμιες προθέσεις, καθώς και την αέρινη αύρα των χαρακτήρων που είναι ξεκάθαρο πως προέρχεται από ένα διαυγές καλλιτεχνικό όραμα, η κεντρική ιδέα είναι εξ ορισμού πιο πολύπλοκη απ’ όσο «αντέχει» το ύφος της Potter. Έχουμε μια ποιητική προσέγγιση πάνω στην ιδέα των πολλαπλών ενδεχομένων που δημιουργεί κάθε επιλογή που κάνουμε στη ζωή, και το «αν» που συνοδεύει καθένα από αυτά. Αμφιβολίες, ενοχές, τύψεις για ό,τι έγινε που θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά αν επιλέγαμε αλλιώς. Όλα αυτά, μέσα από έναν μπερδεμένο Javier Bardem που μοιάζει να έχει κάποια αδιευκρίνιστη πάθηση (ίσως κάτι ανάμεσα σε κατάθλιψη και άνοια, βαριά και τα δύο) και την κόρη του (Elle Fanning) να τον υποστηρίζει προσπαθώντας απεγνωσμένα να νοηματοδοτήσει κάθε χαοτική του λέξη. Σταδιακά γίνεται ξεκάθαρο ότι είναι μπερδεμένος ανάμεσα στην πραγματικότητα και σε διάφορες εναλλακτικές ζωές που δεν έζησε.
Από όλο αυτό, κρατάμε την ποιητική διάθεση, με αρκετές όμορφες οπτικές ιδέες και μια σκηνοθεσία που προσδίδει μια επιτυχημένη αίσθηση σύγχυσης και μελαγχολίας, πλαισιωμένες από τη δυνατή ερμηνεία της Elle Fanning, η οποία ενσαρκώνει την αγάπη και το στήριγμα για την επαφή με την πραγματικότητα, κι έναν Bardem αλά «Biutiful». Κατά τα άλλα, το χάος δείχνει να κυριαρχεί και μαζί παγιδεύει και τον θεατή, ο οποίος παλεύει να πιάσει ένα νήμα για να διακρίνει το πραγματικό από το φαντασιακό. Τα νήματα όμως τελικά είναι πολλά, με τις εκδοχές να μπερδεύουν και να αποπροσανατολίζουν επικίνδυνα, χωρίς κάποια ουσιαστική κατάληξη.
Έχουμε, λοιπόν, μια ποιητική εκδοχή του “Mr. Nobody”. Συμπαθέστατη στη θέαση, αλλά σαφώς μικρότερης εμβέλειας και φιλοδοξίας. Η ποιητική ατμόσφαιρα όμως υπάρχει, και η κατασκευή της είναι πράγματι αξιοσημείωτη.
Βαθμολογία: