Συντάκτης: Σταύρος Γανωτής

Αδράχνω της ευκαιρίας από ένα παλιότερο πικρόχολο σχόλιο, το οποίο μου έδωσε τροφή να σκεφτώ αν είμαι προβλέψιμος από κριτικής άποψης ή όχι. Για την ακρίβεια, παραδέχτηκα άμεσα πως ναι είμαι προβλέψιμος, κι από κει κίνησα το νήμα της σκέψης. Ανέτρεξα σε αυτά που με δομούν ως κριτικό και πάνω στην όλη θεώρηση που έχω για το τι εστί αυτή η απασχόληση. Όπως και να το έπιανα, κατέληγα στο ίδιο: ένας κριτικός υποχρεούται να είναι προβλέψιμος όσο δεν πάει. Μα, ρε φίλε, πίσω από αυτή τη λέξη υποβόσκει το βαρετό, το συνηθισμένο, το ανειδίκευτο. Ας πάρουμε, λοιπόν, το ζήτημα από διάφορες σκοπιές…

  • Ποιος είναι ο καλλιτέχνης στον κινηματογράφο;

Μια από τις χάρες της τέχνης είναι κι ο αιφνιδιασμός. Είναι πολύ εύκολη η επανάληψη τέχνης και τεχνικής αυτής, και κάποιος ξεχωρίζει μέσω της επανάληψης μονάχα αν αριστεύει αληθινά. Ο καλλιτέχνης που έχει εξασφαλίσει την επιτυχία είναι αυτός που θα συνθέσει κάτι το καινό, αγγίζοντας όρια που δεν έχουν ακουμπήσει άλλοι. Και δεν μιλάμε για υπερβολές, ο νεωτερισμός μπορεί να υπάρχει στις λεπτομέρειες, ακόμα και σε μια διασκευή. Στον κινηματογράφο αυτός που πρωτοπορεί κι αυτός που εν γένει πλάθει τέχνη είναι εν αρχή ο σκηνοθέτης κι έπειτα το καλλιτεχνικό, τεχνικό επιτελείο. Τέχνη και τεχνική έχουν αδιόρατες διαφορές και μάλιστα θεωρώ ότι έκαναν ουσιαστικά ταυτόχρονο ξεκίνημα στην ανθρώπινη ιστορία.

  • Ποιος ο καλλιτεχνικός ρόλος ενός κριτικού;

Ο κριτικός κινηματογράφου ανήκει, ζει κι αλληλοσυμπληρώνεται ενδιαμέσου της κινηματογραφικής τέχνης. Όμως, δεν είναι πλάστης αυτής, εννοώντας της έβδομης. Δεν έχει δύναμη, ευθύνη και συχνά δυνατότητες να υποδείξει ή καν να συμβουλεύσει τον καλλιτέχνη περί του πώς θα κάνει τη δουλειά του. Ισχύει, όμως, και το αντίστροφο: ο καλλιτέχνης δεν επιτρέπεται να υποδείξει στον κριτικό περί του πώς θα κριτικάρει. Μέσω της κριτικής του, ο κριτικός αναπτύσσει κάποια τέχνη, κι αυτή είναι η συγγραφική του δεινότητα. Παράλληλα, επεκτείνοντας αυτό, δοκιμάζεται στη δημοσιογραφική του τεχνική και στην επικοινωνιακή του ικανότητα μετάδοσης σκέψης στο κοινό. Ο κριτικός δίνει λόγο μονάχα στο κοινό, κι έχει ανάγκη μιας είδους τεχνικής ώστε να πείθει ότι κατέχει το θέμα του. Συνοψίζοντας αυτή την παράγραφο, ο κριτικός μπορεί να είναι καλλιτέχνης, αλλά δεν αυτή η τέχνη δεν είναι η έβδομη.

  • «Ο καταπιεσμένος νους»…

Κάποτε, κατηγορούσαν τους κριτικούς πως είναι καταπιεσμένοι καλλιτέχνες (ακουγόταν και η λέξη «αποτυχημένοι») και πως ουσιαστικά βγάζουν το άχτι τους, το απωθημένο τους κρίνοντας την τέχνη άλλων. Σκληρή περιγραφή για το επάγγελμα μου, αλλά στη βάση της έχει θεωρητικό ορθό. Πράγματι, ο κριτικός πρέπει να ξεκαθαρίζει τη δουλειά του με αυτή του κινηματογραφιστή, και το κάθε του κείμενο ποτέ δεν πρέπει να προσπαθεί να υπερβαίνει της δόξας ή μη μιας ταινίας. Ο αναγνώστης, όταν επισκέπτεται την κάθε κριτική, ποθεί, και είναι το λογικό, να μάθει για την εν λόγω ταινία κι όχι τι «εφηύρε» ο κριτικός για και από αυτήν. Ο αναγνώστης επιβάλλεται να πληροφορηθεί για την ποιότητα ή μη του έργου, κι όχι για την ποιότητα ή μη του κριτικού και τα προσωπικά του απωθημένα ή ιδεολογήματα. Όχι πως ο κριτικός δεν πρέπει να έχει ιδεολογία, αλλά εφόσον σκοπός του είναι να απευθυνθεί και να σεβαστεί το σύνολο του κοινού, πρέπει στον νου του να έχει μια ιδεολογία που θεωρεί ορθή για όλο αυτό το σύνολο κι όχι μέρος του. Βέβαια, υπάρχουν και οι ειδικές περιπτώσεις, όπου κάποια βήματα υπάρχουν για συγκεκριμένο κοινό κι εκεί υπάρχει σεβαστή δικαιολογία εξαίρεσης.

  • Κριτικός και προβλεψιμότητα.

Με την αρωγή των άνωθεν, καταλήγουμε και στο προκείμενο. Μήπως, επιβάλλεται στον κριτικό να είναι εκατό τοις εκατό προβλέψιμος; Δηλαδή, αυτά γνωρίζω περί κινηματογράφου, αυτά επιβάλλει ο ορθολογισμός και οι γενικές μου γνώσεις, αυτά βλέπω στην ταινία… κι αυτά και μόνο αυτά επιβάλλεται να γράψω για αυτήν. Ο κριτικός που έχει προσωπική άποψη πέρα των όσων του αποκαλύπτει το ίδιο το καλλιτέχνημα δεν είναι κριτικός, αλλά χομπίστας ή αναγνώστης που «μεταμφιέζεται» σε κριτικό. Ο κριτικός είναι απλά ένας μεσάζοντας εικόνας και σκέψης. Παίρνει από την οθόνη αυτά που του δίνει το έργο και τα μεταφέρει με κριτικό λόγο στον αναγνώστη. Αυτή είναι η φύση της δουλειάς του, αυτή και η ευθύνη του. Ξεχωρίζει, όπως προείπαμε, μονάχα στον τρόπο μετάδοσης και στο πόσο ικανός είναι να αποκωδικοποιήσει αυτά που είδε ώστε να τα μεταφέρει το δυνατότερο ακριβή. Φανταστείτε -μάλλον εύκολα- το ποιόν ενός δημοσιογράφου, γιατί ο κριτικός είναι και δημοσιογράφος, ο οποίος κατασκευάζει είδηση απλά για να παρουσιάσει κάτι που θα τραβήξει το ενδιαφέρον του κοινού, όταν η πραγματικότητα είναι μάλλον ανιαρή. Συνηθισμένα πράγματα, δηλαδή…

  • Preview και Review…

Ο κριτικός δεν μπορεί να είναι  απρόβλεπτος, αλλά μπορεί, λόγω περίστασης, να δείχνει ως ένας. Αυτή την ευκαιρία του την προσφέρει το preview ή αλλιώς κριτική πριν δει το κοινό την ταινία. Εφόσον ο αναγνώστης δεν έχει οιαδήποτε επαφή με το έργο, μπορεί εύκολα να αναγνώσει με έκπληξη την κριτική και να αναρωτηθεί το από πού αυτή πηγάζει. Στην περίπτωση, όμως, του review (η κριτική που διαβάζουμε αφού το έχουμε δει το έργο -αδόκιμες μεταφράσεις, αφού πλέον μιλάμε για ορολογία) έχουμε ενώπιον μας κάτι που πρέπει να έχουμε ήδη συμπεράνει. Όχι, δεν θα έχουμε με το ζόρι την ίδια άποψη, μπορεί και υπερβολικά απόμακρη μάλιστα, αλλά καλό θα είναι αυτή του επαγγελματία κριτικού να είναι πιο εξειδικευμένη από του απλού αναγνώστη. Ο αναγνώστης είναι μέρος του κοινού και το κοινό δεν υποχρεούται να αγαπάει όλα τα είδη κινηματογράφου, να διαχωρίζει την καλή ταινία από την κακή, να διασκεδάζει μόνο με αυτά που του υποδεικνύονται σαν να ήταν μια μαριονέτα.

  • Ο άδικος πόλεμος…

Μέσα στην τελευταία πρόταση κρύβεται το μεγάλο μυστικό ενός άδικου πολέμου, που θύμα έχει τα νεύρα αμφότερων. Ο ρόλος του κριτικού απέναντι σε ένα ευρύ κοινό είναι να προτείνει, κι απέναντι σε ένα εξειδικευμένο να «συνομιλήσει». Κι έρχεται μέρος του κοινού με ειδικές προτιμήσεις κι ανάγκες, και βάλλεται κατά του κριτικού επειδή δεν διάβασε τα δικά του συμπεράσματα. Αν ίσχυε αυτό, δηλαδή έξι δις να διάβασαν τα δικά τους συμπεράσματα από το ίδιο κείμενο ενός, δεν θα ήμασταν άνθρωποι αλλά μυρμήγκια! Θα σήμαινε πως υπακούμε σε νόμους ενστίκτου και πως όλοι είμαστε εκ βαθέων κατ’ ομοίωση. Αυτός, μάλιστα, είναι ο λόγος που απεύχομαι την ύπαρξη μιας τέλειας ομοιογενούς κοινωνίας, αφού θα βαριόμασταν που θα ζούσαμε…

  • Ειρήνη υμίν…

Συμπερασματικά, ο κριτικός πρέπει να αφήνεται να πράττει το δικό του έργο χωρίς επηρεασμούς, και το κοινό να μπαίνει στη διεργασία της έκφρασης άποψης. Κι όταν έχω απλά μια άποψη, δεν μπορώ να υποχρεώνω τον άλλον να τη συμμερίζεται. Όταν ο κριτικός έχει μια άποψη, κρίνεται από αυτήν ως προς το αν θα προτιμάται, αλλά δεν υπάρχει νόημα να δεχτεί επίθεση γιατί επί της ουσίας είναι ένα είδους προϊόν (ελεύθερο, μάλιστα, όσον αφορά το ίντερνετ). Δεν σου αρέσει, δεν το «αγοράζεις». Μονάχα στις ακραίες περιπτώσεις «προϊόντων» πρέπει να επιτεθούμε, αλλά και σε αυτό τον τομέα καμία κακή κριτική δεν σκότωσε ή καν έκανε κακό σε κανέναν. Άντε να κόστισε όσο ένα εισιτήριο, αλλά κι αυτό θεωρώ πως είναι ελάχιστο κακό (θα μπορούσε υποκειμενικά να συμβεί και με μια καλή κριτική, που απλά δεν συμμερίζεται ο συγκεκριμένος θεατής). Με αυτά και με άλλα, προσωπικά θα παλεύω να είμαι αιωνίως προβλέψιμος και καθόμοιος στον τρόπο σκέψης μου από ταινία σε ταινία, αλλά ελπίζω όχι βαρετός. Εκεί χάνεται το παιχνίδι…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *