Συντάκτης: Σταύρος Γανωτής

Είναι λυπηρό που κάθε μία στο τόσο γίνεται επίκαιρη η έννοια της προπαγάνδας. Όσοι έζησαν στον Ψυχρό Πόλεμο την έχουν ξεκάθαρη, πιστεύω, εννοιολογικά, αλλά οι πιο σύγχρονες γενιές, λογικά, θα την ακούν κι απλά θα την υποθέτουν. Στην τέχνη εμφανίστηκε, πάντα λογικά, με την ίδια την εμφάνιση της τέχνης, αφού αρχικά η θρησκεία κι έπειτα οι όποιες αρχές θέλησαν να χαλιναγωγήσουν τα πλήθη μέσω της καλλιτεχνικής έκφρασης. Στον 20ό αιώνα, όμως, έγινε πιο ευδιάκριτη αφού τα ολοκληρωτικά καθεστώτα επέμειναν στη χρήση της δύναμης της τέχνης. Ο Χίτλερ είχε υπουργό προπαγάνδας, ο Λένιν ονόμασε τον κινηματογράφο εθνική τους τέχνη κι ο Στάλιν το ασπάστηκε, ενώ ο Μουσολίνι κατασκεύασε τα στούντιο της Τσινετσιτά και χρηματοδότησε το φεστιβάλ Βενετίας. Αυτές οι μορφές προπαγάνδας μοιάζουν, πάνω-κάτω, ξεκάθαρες. Είναι πάντα έτσι;

  • Η προπαγάνδα του ολοκληρωτισμού.

Στις περιπτώσεις των καθεστώτων που ήδη αναφέραμε, η έννοια που διερευνούμε είναι μάλλον ξεκαθαρισμένη. Μέσω της τέχνης παρουσιάζονταν έργα τα οποία εξυμνούσαν τα ιδεώδη είτε του φασισμού είτε το κομουνισμού. Είχαμε, όμως, το εξής παράδοξο. Κάποια από αυτά τα έργα, αναφερόμενοι πάντα στον κινηματογράφο, ήταν ακόμη κι αριστουργηματικά. Οι περιπτώσεις των Sergei Eisenstein, Leni Riefenstahl ξεπερνούσαν το όριο της στρατευμένης τέχνης και μέσω της τεχνικής τους ανάγονταν σε διαμάντια. Ο μεν Eisenstein αντιτέθηκε με τον «πατρόνο» Στάλιν, που μέσω της λογοκρισίας τού πετσόκοβε τα έργα, η δε Riefenstahl χάθηκε με την πτώση του ναζισμού, καταδικασμένη από την παγκόσμια κοινωνία. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις που μια προπαγάνδα συνιστά αληθινό καλλιτέχνημα μετά το πέρας του μεγάλου πολέμου. Η φυσιολογική απάντηση σε αυτό είναι πως οι μετέπειτα καλλιτέχνες της δεν ήταν βαθιά ιδεολόγοι…

  • Η πατριωτική προπαγάνδα.

Εδώ θα δούμε τη μία περίπτωση που η προπαγάνδα δεν έχει αρνητικό χρωματισμό, είναι μάλλον αθώα. Ο πατριωτισμός ξεχωρίζει της έννοιας του εθνικισμού και οι ταινίες που τον προώθησαν κουβαλούσαν μια αθωότητα που τις εξαιρούσε της κατηγορίας. Ο ασφαλής τρόπος για να ξεχωρίσει κάποιος μια ταινία ως πατριωτική είναι να έχει γνώση των πολιτικών-ιστορικών γεγονότων. Ένας αμυνόμενος λαός δεν προπαγανδίζει, απλά εξιστορεί. Ένας λαός που δεν έχει βρώμικη τη φωλιά του, γενικά, μπορεί να κάνει έργα με όποιο ύφος θέλει (αρκεί φυσικά να εξιστορεί την αλήθεια, κι όχι απλά μια εκδοχή της). Πχ, στην Ελλάδα δεν υπήρξαν ποτέ αληθινές-άμεσες προπαγάνδες, ακόμα και που η χούντα χρηματοδότησε ένα σωρό πατριωτικές ταινίες. Στην εποχή τους μπορεί να προκαλούσαν δυσφορία, αλλά οι ταινίες ως έργα είναι με το μέρος του ιστορικού δίκαιου και δεν είναι επί της ουσίας προπαγάνδες. Μάλιστα, και παρότι τα καθεστώτα μας δεν ήταν ό,τι πιο φιλελεύθερο τουλάχιστον μέχρι τη μεταπολίτευση, δεν έχουμε τόσα πολλά παραδείγματα που θα εκνευρίσουν ακόμα και ιδεολογικά κάποιον αντίπαλο της εξουσίας. Για να ξεκαθαρίσουμε βέβαια κάτι, ακόμα κι ο πατριωτισμός μπορεί να αποβεί επικίνδυνος, μια και η απόσταση του από τον εθνικισμό δεν είναι δα και τόσο μεγάλη…

  • Η προπαγάνδα του Ψυχρού Πολέμου.

ΗΠΑ και ΕΣΣΔ χώρισαν στα δύο τον πλανήτη κι επιδόθηκαν σε έναν ανήλεο πόλεμο χωρίς σφαίρες. Αρχικά, επειδή και οι δύο ήταν από την ορθή πλευρά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ταινίες που αναφέρονταν στη σημαία ήταν πολύ αθώες για να θεωρηθούν προπαγάνδα. Η κακή αρχή έγινε με τον πόλεμο της Κορέας. Οι Αμερικανοί βρίσκουν ευκαιρία και βγάζουν το Οι Γέφυρες του Τόκο-Ρι, ένα ελαφρύ πολεμικό δράμα, που όμως εξυμνούσε τον εισβολέα Αμερικανό. Το Βιετνάμ ακολούθησε και ήρθε η ώρα του John Wayne, την περίοδο που οι φοιτητές στις ΗΠΑ είχαν ξεσηκωθεί, να παίξει στα Πράσινα Μπερέ. Την επόμενη χρονιά, ο αειθαλής ηθοποιός βραβεύτηκε με Όσκαρ για μία απλά συμπαθητική ερμηνεία στο Αληθινό Θράσος. Οι Σοβιετικοί δεν έχουν μπει ακόμα στη μεταλλαγή από το πατριωτικό στο προπαγανδιστικό, αλλά φροντίζουν να απαγορεύουν ταινίες με τη σέσουλα. Κάποιες τσέχικες παραγωγές από τα 1960 βλέπουν το φως των προβολέων μετά την πτώση του τοίχους!

  • Η καυτή δεκαετία των 1980.

Από την μία ο Ράμπο κι ο Chuck Norris ως Βετεράνος (κι ένα σωρό ακόμα «αριστουργήματα») κι από την άλλη οι Σοβιετικοί απαντούν με άφθονες αντίστοιχες παραγωγές και με επίκεντρο, κυρίως, το Αφγανιστάν. Ακόμα και σε αθλητικό επίπεδο είχε μεταφερθεί η μάχη. Είναι, όμως, και η εποχή που οι κυβερνήσεις δεν τολμούν ευθέως να στηρίξουν τις προπαγάνδες τους, επειδή το κλίμα έχει αλλάξει. Αντί αυτού, προωθούνται περισσότερο οι «αντίπαλες» ταινίες, με αποκορύφωμα την οσκαρική επιβράβευση του Πλατούν. Το τείχος πέφτει και η προπαγάνδα αλλάζει φάτσα, γιατί είχε γίνει πολύ κραυγαλέα…

  • Η καθεστωτική προπαγάνδα.

Αφού, πλέον, ο εχθρός είναι ακαθόριστος, η προπαγάνδα έπρεπε να αλλάξει κι αυτή πρόσωπο αφού οι καιροί είναι περισσότερο ευαίσθητοι κι ο λαός δεν έχει άμεσες πολεμικές, εκφοβιστικές μνήμες. Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να έχουν πολεμικούς εχθρούς εκ των μακρόθεν κι από τις αρχές, κιόλας, των 1990 οι κακοί στις περιπέτειες τους ήταν, ολοένα και περισσότερο, οι μουσουλμάνοι τρομοκράτες. Ο μουσουλμανικός κόσμος έχει πλέον χωριστεί σε καλούς Άραβες, που ακολουθούν τη δυτική τάξη, και σε κακούς που αντιτίθενται. Τι ήταν να έρθει και η μαύρη πτώση των δίδυμων πύργων, που κάποια μπλοκ-μπάστερ είχαν προλάβει να προφητεύσουν; Η αστερόεσσα φοράει ξανά τα «καλά» της κι ένα μεγάλο ποσοστό του αμερικανικού σινεμά δράματος και δράσης παίρνει, λίγο ή πολύ, μέρος στο «ξεκαθάρισμα». Άλλες προπαγάνδες είναι ολοφάνερες κι άλλες πονηρές, αυτές που δεν αναφέρονται ευθέως σε πόλεμο (Παράνομες Πράξεις). Αποκορύφωμα η επιβράβευση του The Hurt Locker, μιας ταινίας που θα έμενε στα αζήτητα λόγω προβληματικής προβολής της από το 2008 που παράχθηκε κι όμως κάποιοι τη φυλούσαν… ως κόρη οφθαλμού για τα βραβεία.

  • Συμπέρασμα.

Όσο κάποιοι έχουν το πάνω χέρι κι όσο ο κόσμος θα φέρει όπλα, η προπαγάνδα θα υπάρχει. Απλά, είναι χρέος μας να την εντοπίζουμε, περισσότερο για να μην μας δουλεύουν στο πρόσωπο μας. Ναι, μια τέτοια ταινία μπορεί να έχει και καλλιτεχνική αξία, αλλά η ουσία της την πηγαίνει πίσω. Πρέπει να κάνει πολλά για να αντισταθμίσει την «ντροπή» της. Η τέχνη υπάρχει για να ξυπνάει κι όχι να αποκοιμίζει αισθήσεις, για να υπηρετεί το ανώτερο κι όχι το ποταπό. Όταν υποβιβάζεται έτσι, χάνει την ουσία της. Τέχνη σημαίνει πολιτισμός κι όχι αιματοχυσία…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *