Συντάκτης: Νάνσυ Μιχαηλίδου

1984. Ο Ζανό φτάνει για πρώτη φορά στην πόλη. Φωτοφοβικός, βρυκόλακας, δεινός χορευτής, καίγεται, σκορπίζεται, χαραμίζεται σε μια Αθήνα που δεν υπάρχει σε κανέναν χάρτη. Και το μόνο που θέλει είναι ένα «ζεστό κορίτσι». Στη Ντίσκο Ζαρντόζ, ένα καταγώγιο, άντρο παρανόμων, θα συναντήσει την πόρνη Αλίκη και τον Νορβηγό ντίλερ Πήτερ. Μαζί τους θα αναλάβει μια ύποπτη δουλειά που θα τον οδηγήσει στο βουνό της Πάρνηθας, στα έγκατα της γης, στο βασίλειο του Μαθουσάλα. Η Νορβηγία φοράει παπούτσια γυαλιστερά, χορεύει ανάμεσα σε πολύχρωμα καθάρματα και δαγκώνει μόνο όποτε αυτή θελήσει. «Η Νορβηγία κατεβαίνει στη Μεσόγειο.»

Η Νορβηγία είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Γιάννη Βεσλεμέ (aka Felizol) που συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ. Τον συναντήσαμε χτες το βράδυ στο πάρτι της ταινίας που πραγματοποιήθηκε στο μπορντ \\ ντε λό και μας μίλησε για τις επιρροές του, τους συνεργάτες του και τα επόμενα σχέδιά του.

Σε γνωρίζουμε ως μουσικό και ως σκηνοθέτη ταινιών μικρού μήκους, βιντεοκλίπ και διαφημιστικών σποτ. Πώς προέκυψε η πρώτη σου ταινία μυθοπλασίας μεγάλου μήκους;

Το ήθελα από την αρχή. Το 1998 έκανα την πρώτη μου μικρού μήκους. Ήμουν 18 χρονών στα 19 και πίστευα ότι σε δυο χρόνια, το 2000 δηλαδή θα έκανα την πρώτη μου μεγάλη μήκους ταινία. Ήταν μια επιθυμία που είχα πάντα και νομίζω ότι ο καθένας που έχει φοιτήσει σε μια σχολή κινηματογράφου, σκέφτεται περισσότερο μια μεγάλου μήκους ταινία. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα σε σχέση με το σινεμά που θέλω να κάνω. Ήταν αρκετά απαιτητικό όσον αφορά τη φόρμα του και το budget του, γι` αυτό μου πήρε πολύ περισσότερο χρόνο. Κατά μία έννοια, σιγά σιγά εξασκήθηκα με τις μικρού μήκους για να φτάσω σ`αυτό το σημείο, να μπορώ να αξιοποιήσω κάποια πράγματα που δοκίμασα σ`αυτές, ώστε να δημιουργήσω μια μεγάλου μήκους στους όρους μου και τον τρόπο μου.

Τα τελευταία χρόνια ο μύθος των βρικολάκων έχει πάρει μια νέα διάσταση στο κινηματογραφικό πανί από το Άσε το κακό να μπει, μέχρι το Only Lovers Left Alive του Τζάρμους. Εσύ πώς επέλεξες να κάνεις μια ταινία με βαμπίρ;

Είτε οι εμπορικές ταινίες τύπου Twilight, είτε όλη αυτή η καινούργια είσοδος ταινιών τύπου arthouse, δεν είναι κάτι που συμβαίνει τώρα. Για παράδειγμα στη δεκαετία του `70 και του `80, υπάρχουν πολλές ταινίες με το ένα πόδι στο arthouse και το άλλο στο σινεμά άλλου είδους, είτε επιστημονικής φαντασίας, τρόμου κλπ. Κατά μία έννοια, πάντα μου άρεσαν αυτές οι ταινίες που είναι λίγο αταξινόμητες. Κι έτσι αποφάσισα ότι ταιριάζει σε μένα αλλά και στην ιστορία, όλος αυτός ο βαμπιρικός μύθος μαζί με τα κλισέ του. Το ενδιαφέρον είναι πώς μπορείς να τα πάρεις όλα αυτά, να τα βάλεις σε ένα κάπως ελληνο-βαλκανικό περιβάλλον και να τα ανανεώσεις ως έναν βαθμό, ή τελοσπάντων να παίξεις μ`αυτά.

Πώς σου φάνηκε η μετάβαση από μικρού σε μεγάλου μήκους και ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει κάποιος που θέλει να κάνει σινεμά σήμερα;

Κατασκευαστικά, για μένα δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις μικρού και μεγάλου μήκους, γιατί και οι μικρού μήκους που έκανα, ήταν απαιτητικές και έπαιρναν πολύ χρόνο για να γίνουν. Κάποιες είναι και αρκετά ακριβές. Υπάρχουν δηλαδή μερικές που κοστίζουν όσο η Νορβηγία ας πούμε. Η διαφορά βρίσκεται στο ότι δεν έχεις κάτι να ρισκάρεις με τις μικρού μήκους, για παράδειγμα στο θέμα της έκθεσης, σε αντιμετωπίζουν όλοι με μία σχετική χαλαρότητα. Δεν υπάρχει το θέμα της διανομής, δεν υπάρχει μεγάλο κοινό, ούτε υπήρχε όλη αυτή η διαδικτυακή έκθεση η που φαινομενικά υπάρχει τώρα.

Συνάντησες δυσκολίες στη χρηματοδότηση;

Πέρα από την κρίση, θεωρώ ότι από το 1998 τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει πολύ. Πάντα ήταν δύσκολο να κάνεις ταινίες. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, βρέθηκαν άνθρωποι, κυρίως ιδιώτες οι οποίοι ασχολούνται με το σινεμά, τους ενδιαφέρει ο κινηματογράφος και θέλησαν να επενδύσουν σ`αυτό.

Παρακολουθώντας κανείς τις προηγούμενες δουλειές σου, “Osiki”, “Goal”, “Φωταγωγός”, “Tugo Tugo” και τη Νορβηγία διακρίνει κάποια κοινά στοιχεία, τα οποία θα στα παραθέσω και θα ήθελα έναν μικρό σχολιασμό για το καθένα- είναι όλες ταινίες φαντασίας με σουρεάλ αισθητική. Θα μπορούσες ποτέ να φανταστείς τον εαυτό σου σε κάτι διαφορετικό;

Ναι… Όταν ξεκίνησα να κάνω την Νορβηγία θεωρούσα ότι κάνω στροφή στον ρεαλισμό (γέλια). Τουλάχιστον, ότι κατά μία έννοια υπάρχουν στοιχεία ρεαλιστικά που ανταποκρίνονται στην ελληνική πραγματικότητα, παρά το γεγονός ότι αυτό στους διαλόγους εμπλουτίζεται με αρκετά λογοπαίγνια, αργκό κλπ. Οπότε αυτή τη φορά κάνω κάτι διαφορετικό, παρουσιάζοντας πώς θα ήθελα να είναι οι πραγματικοί άνθρωποι στις ταινίες μου, με τα φανταστικά στοιχεία να μπολιάζονται κάπως με το πραγματικό.

– σε όλες είναι έντονη η παρουσία της μουσικής. Πώς λειτουργεί για σένα ο συνδυασμός μουσικής και εικόνας; Σε βοηθάει να αποδώσεις καλύτερα το τελικό αποτέλεσμα, χρησιμοποιώντας και τις δυο ιδιότητές σου;

Στις δυο τελευταίες ταινίες, το Osiki και τη Νορβηγία, κατά μία έννοια η μουσική είναι ένας χαρακτήρας. Δηλαδή, κινεί όντως τη δράση, κι αυτό είναι κάτι που το χρησιμοποίησα πολύ, το εξάντλησα, κατά μία έννοια το έχω φτάσει στα όρια. Αυτό το χαρακτηριστικό ίσως κάποια στιγμή να μποϊκοτάρει και την αφήγηση. Αναγνωρίζω αυτόν τον κίνδυνο, γιατί όταν κάνεις μια ταινία και παίζεις συνέχεια μουσική, είτε on είτε off, κάποια στιγμή νιώθει ο θεατής ότι παρακολουθεί κάτι πιο πειραματικό ενδεχομένως ή ένα βιντεοκλίπ. Αυτός είναι ο φόβος από την μία, από την άλλη μου αρέσει η ιδέα να χρησιμοποιώ έντονα τη μουσική. Ας πούμε στην δεκαετία του `80 υπήρχαν σκηνοθέτες που έκαναν βιντεοκλίπ αλλά και σινεμά, ανταλλάσσοντας στοιχεία από το ένα είδος στο άλλο. Νομίζω ότι αυτό το είδος του βιντεοκλίπ της δεκαετίας του `80, μ`έχει επηρεάσει πάρα πολύ.

– Μιλώντας για δεκαετία `80 μου δίνεις πάσα για το επόμενο στοιχείο… Επιλέγοντας τον Τσάκωνα στον “Φωταγωγό” ή τον Μάρκο Λεζέ στη Νορβηγία, διακρίνει κανείς μια αδυναμία σε ηθοποιούς σύμβολα των ταινιών των 80`s…

Πέρα από την προσωπική μνήμη και τη συλλογική μνήμη της γενιάς μου – είμαι γεννημένος το `79 – πέρα από τον φετιχισμό αυτού του πράγματος, ότι έχεις μεγαλώσει κατά μία έννοια με τις cult και τις κακές τους ταινίες ας πούμε, είναι γεγονός ότι αυτοί οι ηθοποιοί έχουν ταλέντο και δεν τους χρησιμοποιεί κανείς τόσο συχνά, σχεδόν καθόλου… Πιστεύω ότι έχουν δυνατότητες να παίξουν και δραματικούς ρόλους και να προσφέρουν κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που έκαναν τότε. Έτσι, μπορεί κανείς να πάρει την εικόνα που υπηρετούσαν τόσα χρόνια και να την αλλάξει σε κάτι άλλο. Αυτό πίστευα 15 χρόνια πριν, με τον Φωταγωγό, αυτό πιστεύω ότι λειτουργεί μέχρι και σήμερα, και μου αρέσει. Πάνω απ`όλα όμως, μιλάμε για καλούς ηθοποιούς, ανεξαρτήτως των ταινιών που έχουν παίξει.

Ο Βαγγέλης Μουρίκης ήταν η πρώτη σου επιλογή για τον πρωταγωνιστικό ρόλο;

Ναι, το έγραψα σχεδόν πάνω του. Δηλαδή έκατσα και είδα όλες τις ταινίες που έχει κάνει, μελέτησα τον τρόπο που μιλάει και τον φαντάστηκα πώς μπορεί να μπει όλο αυτό το πράγμα στην υπερβολή του, στην κίνηση, και στη λογοδιάρροια ας πούμε που έχει. Οπότε ήταν η πρώτη μου επιλογή. Δηλαδή, δεν θα έκανα την ταινία χωρίς τον Μουρίκη.

Πώς υποδέχτηκε την πρότασή σου;

Πολύ φυσιολογικά. Σαν να ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα. Προφανώς του έκανε εντύπωση, αλλά το κρύβει πολύ καλά.

Μίλησέ μου για την επιλογή της Αλεξίας Καλτσίκη; Την βλέπουμε πρώτη φορά σε ταινία αυτού του είδους…

Η Αλεξία έχει κάνει αρκετό σινεμά. Την έχω παρακολουθήσει μόνο εκεί και όχι στο θέατρο. Δεν μου αρέσει το θέατρο. Δεν παρακολουθώ, κακώς ίσως… Έχει αυτό το πρόσωπο που είναι πολύ διαφορετικό και πιστεύω πως είναι πολύ εύκολο γι`αυτήν να κάνει κάτι μεταξύ κωμωδίας και δράματος. Κάτι που δεν σου προκαλεί γέλιο αλλά ούτε το παίρνεις πολύ στα σοβαρά.

Υπάρχουν ταινίες ή οι σκηνοθέτες που πιστεύεις ότι σε καθόρισαν ή που εν τέλει θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν επιρροές σου;

Επιρροές υπάρχουν πάρα πολλές. Θα σου πω κάτι που με απασχολεί πολύ τα τελευταία 2-3 χρόνια. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να βλέπει πάρα πολύ, έναν πολύ συγκεκριμένο τύπο σινεμά. Εντελώς Δ` διαλογής πράγματα, κυρίως αμερικάνικα, ταινίες της δεκαετίας του `80 ή αρχών του `90, που βγήκαν κατευθείαν σε dvd, πετσοκομμένες πολλές φορές από τους παραγωγούς ή τα στούντιο, ταινίες διαφόρων ειδών, πχ. επιστημονικής φαντασίας ή τρόμου, που κατά μία έννοια έχουν κάποιες καλλιτεχνική arthouse ποιότητα χωρίς να το ξέρουν. Οπότε βλέποντας αυτές τις ταινίες που πολλές φορές ήταν κακόρυθμες, ένιωσα ότι αποτελούν ένα πολύ ωραίο υλικό, από το οποίο μπορείς να πάρεις κάποια στοιχεία και την ατμόσφαιρά τους, και να τα βάλεις σε κάτι το οποίο θεωρητικά, έχει πιο πολύ ζουμί και νόημα. Οπότε ναι, με επηρεάζει πολύ αυτό το σινεμά Δ` κατηγορίας. Στην αρχή δεν το παραδεχόμουν, γιατί μ`αρέσει για παράδειγμα ο Dreyer και ο Fellini, και προτιμούσα να λέω ότι μου αρέσουν αυτοί, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι επιρροές μου είναι άλλες. Έχει πιο πολλά διασκεδαστικά στοιχεία κι έχει περισσότερο υλικό για να αντλήσω. Δηλαδή αν κλέβεις από τους χειρότερους δεν σε παίρνει και κανείς χαμπάρι… (γέλια)

Οι μικρού μήκους ταινίες σου ταξίδεψαν σε πολλά φεστιβάλ του κόσμου. Τώρα με τη Νορβηγία, συμμετείχες στο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι ή στο Όστιν του Τέξας. Πώς σου φάνηκε ως εμπειρία και ποια ήταν η υποδοχή του κοινού;

Το Κάρλοβι Βάρι ήταν πολύ έντονη εμπειρία γιατί ήταν ουσιαστικά η πρώτη προβολή της ταινίας. Ταξιδέψαμε εκεί αρκετοί συντελεστές. Πέρασα πάρα πολύ ωραία. Το σοκ ήταν όταν πήγα σ` ένα φεστιβάλ στην Αμερική, το Fantastic Fest του Όστιν, όπου βίωσα ακόμη πιο πρωτόγνωρα πράγματα γιατί η ταινία άρεσε πάρα πολύ και ήταν σε ένα κάπως πιο προστατευμένο περιβάλλον, με ένα κοινό που γνωρίζει το σινεμά αυτού του είδους και το προτιμά.

Πώς αισθάνεσαι που η ταινία σου διαγωνίζεται για τον Χρυσό Αλέξανδρο στο ΦΚΘ;

Έρχομαι στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης από 16 χρονών. Συνολικά το έχω παρακολουθήσει 20 φορές. Στην αρχή δεν έδωσα και πολύ σημασία στην είδηση ότι θα συμμετέχω στο διαγωνιστικό, μετά όμως συγκινήθηκα λίγο και καθώς πλησιάζει ο καιρός νιώθω πολύ όμορφα που είμαι εδώ.

Μουσικά συνεργάζεσαι συχνά με τον Αλέξανδρο Βούλγαρη, που είναι επίσης μουσικός και σκηνοθέτης. Υπάρχει κάποια σκέψη για ένα κινηματογραφικό ντουέτο, ή η συνεργασία σας θα παραμείνει στο πεδίο της μουσικής;

Το έχουμε δρομολογήσει κιόλας. Φοβόμαστε και οι δύο, αλλά θέλουμε να κάνουμε κάτι. Είναι πολύ νωρίς για να σου πω περισσότερα. Αλλά πραγματικά, πιστεύω ότι κάποια στιγμή, αυτό που συμβαίνει στο στούντιο τόσο καιρό – παίζουμε μουσική μαζί πάνω από 10 χρόνια – μπορεί να οδηγήσει και αλλού. Στο στούντιο ο καθένας φέρνει το κομμάτι του, χωρίς να κριτικάρει τον άλλο, υπάρχει δηλαδή μια ελευθερία στο υλικό, κι έτσι φτιάχνονται τα τραγούδια, από τις συναυλίες και από τα session μας στο στούντιο. Πιστεύω λοιπόν, ότι πολύ δυσκολότερα, μπορεί να λειτουργήσει και κατά μία έννοια και σε μια συνεργασία στον κινηματογράφο.

Θα έχει πολύ ενδιαφέρον!

Για να δούμε…

Άλλα σχέδια;

Ετοιμάζω την επόμενη ταινία μου, η οποία θα λέγεται “Μεμβράνη” κι έχει να κάνει με ταξίδια στο χρόνο.

Ευχαριστώ πολύ και σου εύχομαι καλή επιτυχία!

Κι εγώ ευχαριστώ! Να ‘σαι καλά!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *